Παρασκευή 16 Αυγούστου 2019

"Ο δίκαιος έχει τον Θεό με το μέρος του"

– Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δὲν χωρᾶνε σʹ αὐτόν τὸν κόσμο σήμερα. Ἄν κάποιος θέλη νὰ ζήση τίμια καὶ πνευματικά, δὲν χωράει μέσα στὸν κόσμο.
– Γέροντα, γιατί δὲν χωράει;
– Ὅταν εἶναι κανεὶς εὐαίσθητος καὶ βρεθῆ σὲ ἕνα σκληρό περιβάλλον καὶ τοῦ κάνουν τὴν ζωή μαύρη, πῶς νὰ ἀντέξη; ἤ πρέπει νὰ βρίζη κ.λπ. ἤ νὰ φύγη. Ἀλλά καὶ νὰ φύγη δὲν μπορεῖ, γιατί χρειάζεται νὰ ζήση.
Τοῦ λέει τὸ ἀφεντικό: «Σοῦ ἔχω ἐμπιστοσύνη, γιατί δὲν κλέβεις, πρέπει ὅμως νὰ βάζης καὶ σάπια ἀνάμεσα στὰ καλά. Μέσα στὶς καλές μπάλες τριφύλλι πρέπει νὰ βάλης καὶ λίγες χωνεμένες»! Τὸν βάζει καὶ διευθυντή, γιὰ νὰ τὸν κρατήση, πρέπει ὅμως νὰ κάνη καὶ ἔτσι, γιατί ἀλλιῶς θὰ τὸν πετάξη ἀπὸ τὴν δουλειά. Μετά ὁ καημένος δὲν κοιμᾶται, ἀρχίζει τὰ χάπια. Ξέρετε τί τραβᾶνε οἱ καημένοι οἱ ἄνθρωποι; Τί δυσκολίες, τί ἐκβιασμούς συναντοῦν πολλοί στὶς δουλειές τους ἀπὸ τούς προϊσταμένους; Τούς κάνουν τὴν ζωή μαύρη. Νὰ παρατήσουν τὴν δουλειά; Ἔχουν οἰκογένεια. Νὰ καθήσουν; Βάσανα. Μπρός βαθύ καὶ πίσω ρέμα, καὶ τὰ δυὸ στενά. Πάει νὰ σκάση κανείς. Κάνει ὑπομονή, παλεύει.
Σὲ ἄλλον τοῦ ἀφήνουν ὅλη τὴν δουλειά καὶ πάει ὁ συνάδελφος μόνο γιὰ νὰ πληρωθῆ. Γνωρίζω ἕναν ποὺ ἦταν κάπου διευθυντής. Ὅταν ἄλλαξαν τὰ πράγματα, τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ διευθυντή καὶ ἔβαλαν ἄλλον τοῦ κόμματος, ποὺ οὔτε τὸ Λύκειο δὲν εἶχε τελειώσει. Τὸν ἔκαναν διευθυντή, ἀλλὰ δὲν ἤξερε τὴν δουλειά, καὶ ἔτσι δὲν μποροῦσαν νὰ πᾶνε σὲ ἄλλη θέση τὸν προηγούμενο. Λοιπόν, τί κάνουν; Βάζουν στὸν ἴδιο χῶρο καὶ δεύτερο γραφεῖο! Τὴν δουλειά τὴν ἔκανε ὁ παλιός διευθυντής καὶ ὁ νέος καθόταν, τσιγάρο, καφέ, κουβέντα... Τελείως ἀναιδής! Δὲν τοῦ ἔκοβε κιόλας, ἔλεγε ὅ,τι τοῦ ἐρχόταν, καὶ ἔπεφτε ἡ εὐθύνη μετά στὸν παλιό. Μέχρι ποὺ ἀναγκάσθηκε νὰ φύγη ὁ καημένος. «Μήπως πρέπει νὰ πάω κάπου ἀλλοῦ; Ὁ χῶρος εἶναι μικρός, δὲν χωρᾶνε δυὸ γραφεῖα. Καλύτερα, κάθησε ἐσύ ἐδώ», τοῦ εἶπε καὶ σηκώθηκε καὶ ἔφυγε, γιατί τοῦ ἔκανε καὶ τὴν ζωή μαύρη. Καὶ δὲν εἶναι μία μέρα, δυὸ. Κάθε μέρα νὰ ἔχης ἕναν τέτοιον στὸ κεφάλι σου, εἶναι βάσανο!
Τὸν δίκαιο ἄνθρωπο συνήθως οἱ ἄλλοι τὸν σπρώχνουν στὴν τελευταία θέση ἤ ἀκόμη τοῦ παίρνουν καὶ τὴν θέση. Τὸν ἀδικοῦν, τὸν πατοῦν – «πατοῦν ἐπί πτωμάτων», ἔτσι δὲν λέγεται; Ἀλλά, ὅσο οἱ ἄνθρωποι τὸν σπρώχνουν πρὸς τὰ κάτω, τόσο ὁ Θεὸς τὸν ἀνεβάζει πρὸς τὰ ἄνω σάν τὸν φελλό. Θέλει ὅμως πάρα πολλή ὑπομονή. Ἡ ὑπομονή ξεκαθαρίζει πολλά πράγματα. Αὐτός ποὺ θέλει νὰ ζήση μὲ ἀρετή καὶ νὰ εἶναι τίμιος στὴν δουλειά του, εἴτε ἐργάτης εἶναι εἴτε ἔμπορος εἴτε ὁτιδήποτε εἶναι, πρέπει νὰ τὸ πάρη ἀπόφαση ὅτι, ὅταν ἀρχίση τὴν δουλειά του, θὰ φθάση σὲ σημεῖο νὰ μήν ἔχη νὰ πληρώση λ.χ. οὔτε τὰ ἐνοίκια, ἄν ἔχη μαγαζί, γιὰ νὰ τοῦ ἔρθη ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ὄχι ὅμως νὰ πηγαίνη μὲ τὸν σκοπό: «Ἄν φθάσω μέχρις ἐκεῖ, μετά θὰ ἔχω πελατεία»! Νὰ μήν πάη μὲ τέτοιο σκοπό, γιατί τότε ὁ Θεὸς δὲν θὰ τοῦ δώση.
Ἀλλά ὅταν πῆ: «Θὰ ζήσω κατὰ Θεόν, δὲν θὰ κάνω ἀδικίες, θὰ πῶ ὅτι αὐτὸ ἀξίζει πενήντα δραχμές καὶ ἐκεῖνο διακόσιες δραχμές», ὁ Θεὸς δὲν θὰ τὸν ἀφήση. Κάποιος ἄλλος ἐν τῷ μεταξύ ἐκεῖνο ποὺ θὰ τὸ δίνη αὐτός πενήντα δραχμές, θὰ τὸ δίνη πεντακόσιες δραχμές καὶ θὰ πλουτίση. Τελικά ὅμως ὁ ἀπατεώνας αὐτός θὰ φθάση σὲ σημεῖο νὰ μήν ἔχη νὰ πληρώση οὔτε τὰ ἐνοίκια καὶ θὰ τὸ κλείση τὸ μαγαζί του, γιατί ὁ κόσμος πληροφορεῖται, ἐνῶ σιγά ‐ σιγὰ ὁ τίμιος δὲν θὰ μπορῆ νὰ τὰ βγάλη πέρα ἀπὸ τὴν πελατεία ποὺ θὰ ἔχη, θὰ παίρνη συνέχεια ὑπαλλήλους! Ἀλλά στὴν ἀρχή θὰ δοκιμασθῆ. Ὁ καλός δοκιμάζεται στὰ χέρια τῶν κακῶν, περνάει ἀπὸ τὰ λανάρια ( Μηχάνημα χειροκίνητο ἤ μηχανοκίνητο, μὲ τὸ ὁποῖο ἔξαιναν καὶ καθάριζαν τὸ μαλλί ποὺ ἐπρόκειτο νὰ κλωσθῆ.).
Ὅταν πάη κανεὶς μὲ τὸν διάβολο, μὲ πονηριές, δὲν εὐλογεῖ ὁ Θεὸς τὰ ἔργα του. ὅ,τι κάνουν οἱ ἄνθρωποι μὲ πονηριά, δὲν εὐδοκιμεῖ. Μπορεῖ νὰ φαίνεται ὅτι προχωράει, ἀλλὰ τελικά θὰ σωριάση. Τὸ κυριώτερο εἶναι νὰ ξεκινᾶ κανεὶς ἀπὸ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ γιὰ ὅ,τι κάνει! Ὁ ἄνθρωπος, ὅταν εἶναι δίκαιος, ἔχει τὸν Θεό μὲ τὸ μέρος του. καὶ ὅταν ἔχη καὶ λίγη παρρησία στὸν Θεό, τότε θαύματα γίνονται.
Ὅταν κανεὶς βαδίζη μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, δικαιοῦται τὴν θεία βοήθεια. Βαδίζει μὲ τὸν Χριστό. Πῶς νὰ τὸ κάνουμε; τὴν δικαιοῦται. Ὅλη ἡ βάση ἐκεῖ εἶναι. Ἀπὸ ʹκει καὶ πέρα νὰ μή φοβᾶται τίποτε. Αὐτὸ ποὺ ἔχει σημασία εἶναι νὰ ἀναπαύεται ὁ Χριστός, ἡ Παναγία καὶ οἱ Ἅγιοι στὴν κάθε ἐνέργειά μας, καὶ τότε θὰ ἔχουμε τὴν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας καὶ τῶν Ἁγίων μας, καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἐπαναπαύεται σʹ ἐμᾶς. Ἡ τιμιότης τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τὸ ἀνώτερο Τιμιόξυλο. Ἄν ἕνας δὲν εἶναι τίμιος καὶ ἔχη Τιμιόξυλο, εἶναι σάν νὰ μήν ἔχη τίποτε. Ἕνας καὶ Τιμιόξυλο νὰ μήν ἔχη, ἄν εἶναι τίμιος, δέχεται τὴν θεία βοήθεια. Καὶ ἄν ἔχη καὶ Τιμιόξυλο, τότε!...
Ὁ δίκαιος ἀνταμείβεται καὶ σʹ ἐτούτη τὴν ζωή
Ἔχω δεῖ ψυχές ποὺ ἀδικήθηκαν, ἀλλὰ ὑπέμειναν τὴν ἀδικία μὲ καλούς λογισμούς καὶ τούς ἔλουσε ἡ Χάρις σʹ αὐτήν τὴν ζωή.
Πρίν ἀπὸ πολλά χρόνια μὲ εἶχε ἐπισκεφθῆ ἕνας εὐλαβής Χριστιανός, ἁπλός καὶ καλοκάγαθος, καὶ μὲ παρακάλεσε νὰ εὐχηθῶ νὰ φωτίση ὁ Χριστός τὰ παιδιά του, ὅταν ἐνηλικιωθοῦν, νὰ μήν γογγύσουν κατὰ τῶν συγγενῶν γιὰ τὴν μεγάλη ἀδικία ποὺ τούς εἶχαν κάνει, καὶ μοῦ διηγήθηκε τὴν ὑπόθεση. Ὅπως εἶδα, ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἦταν πραγματικά ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Ἦταν ὁ μεγαλύτερος ἀδερφός ἀπὸ πέντε παιδιά τῆς οἰκογενείας του καὶ μετά τὸν αἰφνίδιο θάνατο τοῦ πατέρα τούς συμπαραστὰθηκε σάν καλός πατέρας στὰ ἀδέρφια.
Ἐργάσθηκε σκληρά, ἀπέκτησε καὶ ἄλλη περιουσία, κτήματα κ.λπ. καὶ ἀποκατέστησε τὶς δυὸ ἀδερφές τους. Παντρεύτηκαν καὶ τὰ μικρότερα ἀδέρφια του, πῆραν ὅλα τὰ καλά κτήματα, ἐλαιῶνες κ.λπ. Καὶ σʹ αὐτόν ἄφησαν τὰ ἄχρηστα, τὰ ἄγονα, κάτι ἀμμουδιές. Στὸ τέλος παντρεύτηκε καὶ αὐτός καὶ ἀπέκτησε τρία παιδάκια. Ἦταν ἡλικιωμένος φυσικά καὶ σκεφτόταν τὰ παιδιά του, ὅταν μεγαλώσουν, μήπως καταλάβουν τὴν ἀδικία καὶ γογγύσουν. Μοῦ ἔλεγε: «Ἐγώ δὲν στενοχωριέμαι γιὰ τὴν ἀδικία, γιατί διαβάζω τὸ Ψαλτήρι. Ἕνα Κάθισμα τὸ ἀπόγευμα καὶ δυὸ Καθίσματα πρίν ξημερώση. Σχεδόν τὸ ἔμαθα ἀπʹ ἔξω τὸ Ψαλτήρι. Κανένας Ψαλμός δὲν λέει ὅτι οἱ ἄδικοι ἔκαναν προκοπή. Ἐνῶ τούς δικαίους τους σκέφτεται ὁ Θεός.
Ἐγώ, Πάτερ μου, δὲν λυπᾶμαι τὰ κτήματα ποὺ ἔχασα, ἀλλὰ λυπᾶμαι τὰ ἀδέρφια μου ποὺ χάνουν τὴν ψυχή τους.» Ἔφυγε μετά ὁ εὐλογημένος αὐτός ἄνθρωπος καὶ μὲ ξαναεπισκέφθηκε μετά ἀπὸ δέκα χρόνια περίπου, πολύ χαρούμενος, καὶ μὲ ρωτάει: «Μὲ θυμᾶσαι, Πάτερ, μὲ θυμᾶσαι;». «Ναί», τοῦ εἶπα καὶ τὸν ρώτησα πῶς περνάει. «Έγινα πλούσιος τώρα», μοῦ ἀπάντησε. «Καί πῶς ἔγινες πλούσιος ἀδερφέ;». «Νά, ἐκεῖνα τὰ ἄχρηστα χωράφια, οἱ ἀμμουδιές, πῆραν μεγάλη ἀξία, γιατί ἦταν παραθαλάσσια. Αὐτήν τὴν φορά ἦρθα νὰ μοῦ πῆς τί νὰ τὰ κάνω τὰ πολλά χρήματα ποὺ ἔχω». «Νὰ ἐξασφαλίσης τὰ παιδιά σου μὲ ἕνα σπιτάκι καὶ νὰ κρατήσης μερικά χρήματα καὶ γιὰ τὶς σπουδές τους, μέχρι νὰ τακτοποιηθούν». «Έχω καὶ γιὰ τὰ παιδιά μου, μοῦ λέει, ἀλλὰ πάλι εἶναι πολλά». «Δώσε στούς φτωχούς συγγενεῖς σου πρῶτα καὶ μετά σὲ ἄλλους φτωχούς».
«Έδωσα, Πάτερ, ἀλλὰ πάλι εἶναι πολλά». «Δώσε, γιὰ νὰ φτιάξουν τὸν Ναό τοῦ χωριοῦ σου καὶ τὰ ἐξωκκλήσια». «Έδωσα, ἀλλὰ πάλι εἶναι πολλά». Τότε τοῦ λέω: «Θὰ εὔχωμαι νὰ σὲ φωτίζη ὁ Χριστός, γιὰ νὰ κάνης καλωσύνες ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀναγκη». Μετά τὸν ρώτησα: «Τί κάνουν τὰ ἀδέρφια σου; ποῦ βρίσκονται;». Ξέσπασε σὲ κλάμα καὶ μὲ λυγμούς μου ἀπάντησε: «Δὲν ξέρω, Πάτερ μου, χάθηκαν καὶ τὰ ἴχνη τους. Εἶχαν πουλήσει τὰ κτήματα ἀπὸ τὸ χωριό, ἐλαιῶνες καὶ χωράφια, καὶ τώρα δὲν ξέρω ποὺ βρίσκονται.
Εἶχαν πάει πρῶτα στὴν Γερμανία, μετά στὴν Αὐστραλία καὶ τώρα δὲν ἀκούγονται». Μετανόησα ποὺ τὸν ρώτησα γιὰ τὰ ἀδέρφια του, γιατί δὲν ἤξερα πώς θὰ λυπηθῆ τόσο πολύ. Τὸν παρηγόρησα μετά καὶ ἔφυγε εἰρηνικός. Τοῦ εἶπα νὰ εὐχηθοῦμε καὶ οἱ δυὸ νὰ μάθουμε καὶ γιʹ αὐτούς χαρούμενες εἰδήσεις. Θυμήθηκα μετά τὸν Ψαλμό ποὺ λέει: «Εἶδον τὸν ἀσεβῆ ὑπερυψούμενον καὶ ἐπαιρόμενον ὡς τάς κέδρους τοῦ Λιβάνου. Καὶ παρῆλθον καὶ ἰδού οὐκ ἤν καὶ ἐζήτησα αὐτόν καὶ οὔχ εὑρέθη ὁ τόπος αὐτοῦ». Αὐτὸ ἀκριβῶς συνέβη μὲ τὰ ταλαίπωρα ἀδέρφια του.
Χειρότερο πράγμα ἀπὸ τὴν ἀδικία δὲν ὑπάρχει. Ὁτιδήποτε κάνετε, κοιτάξτε νάχετε τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Μὲ Πόνο καὶ Ἀγάπη»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ο Κ.Βελόπουλος τώρα «σκίζει» εκ του ασφαλούς την Συμφωνία των Πρεσπών αλλά ψήφισε το εθνοκτόνο Μνημόνιο που «έφερε» τις Πρέσπες!

«Partner in crime»: Είχε ψηφίσει και το PSI που κατέστρεψε τα ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία Με μία γραφική κίνηση που δείχνει περισσότερο πα...