Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2020

"Στα Κοινόβια πρώτα τι όμορφα ήταν! Ησυχία!"

Ὅταν δὲν εἴμαστε ἐμεῖς αἰτία γιὰ τὸν θόρυβο ποὺ ὑπάρχει, δὲν πειράζει, ὁ Θεὸς βλέπει. Ἀλλά, ὅταν ἐμεῖς εἴμαστε αἰτία, τότε εἶναι κακό. Γιʹ αὐτὸ πάντα πρέπει νὰ προσέχουμε, νὰ μήν ἐνοχλοῦμε τούς ἄλλους. Ἄν ἕνας δὲν θέλη νὰ προσευχηθῆ, τουλάχιστον νὰ μή βάζη παράσιτα καὶ στούς ἄλλους. Ἄν καταλαβαίνατε τὴν μεγάλη ζημιά ποὺ κάνετε στὸν ἄλλον ποὺ προσεύχεται, θὰ προσέχατε πάρα πολύ. Γιατί, ἄν κανεὶς δὲν τὸ νιώση σάν μία ἀνάγκη προσωπική καὶ σάν βοήθεια γιὰ τὸ σύνολο, ὥστε νὰ τὸ κάνη μὲ τὴν καρδιά του, ἀπὸ ἀγάπη καὶ ὄχι ἀναγκαστικά, ἀλλὰ ἡ σάν πειθαρχία, αὐτὸ δὲν θὰ ἔχη καλά ἀποτελέσματα. Ὅταν τὸ κάνη μὲ σφίξιμο, σάν μία πειθαρχία, καὶ λέη, «τώρα πρέπει νὰ περπατήσω ἔτσι, γιὰ νὰ μήν ἐνοχλήσω, τώρα πρέπει νὰ μήν περπατήσω ἐλεύθερα...», εἶναι βάσανο! Σκοπός εἶναι νὰ τὸ κάνη μὲ τὴν καρδιά του, μὲ χαρά, ἐπειδή ὁ ἄλλος προσεύχεται, ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν Θεό. Πόσο διαφέρει τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο!
Ὅ,τι κάνει κανεὶς μὲ τὴν καρδιά του, τὸ χαίρεται καὶ τὸν βοηθάει. Ὅταν τὸ αἰσθανθῆ σάν ἀνάγκη νὰ σεβασθῆ τὸν ἄλλον ποὺ προσεύχεται, αἰσθάνεται ἕνα δέος μετά. Καὶ ὅταν κανεὶς σέβεται τὸν ἄλλον, τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό τοῦ σέβεται καὶ τότε τὸν ἑαυτό του δὲν τὸν ὑπολογίζει, γιατί δὲν ἔχει φιλαυτία ἀλλὰ φιλότιμο.
Νὰ μπαίνη ὁ ἕνας στὴν θέση τοῦ ἄλλου. Νὰ σκέφτεται: «Ἄν ἤμουν ἐγώ στὴν θέση ἐκείνου, πῶς θὰ ἤθελα νὰ μοῦ φερθοῦν; Ἄν ἤμουν κουρασμένος, ἄν προσευχόμουν, θὰ ἤθελα νὰ χτυποῦν ἔτσι τὶς πόρτες;». Ὅταν μπαίνης στὴν θέση τοῦ ἄλλου, τὰ πράγματα ἀλλάζουν.
Στὰ Κοινόβια πρῶτα τί ὄμορφα ἦταν! Ἡσυχία! Εἶχαν καὶ τὸ ρολόι ποὺ χτυποῦσε κάθε τέταρτο, γιὰ νὰ θυμᾶται καθένας νὰ λέη τὴν εὐχή. Καὶ νὰ ξεχνιόταν κανείς, ἄκουγε τὸ ρολόι ποὺ χτυποῦσε κάθε τέταρτο, καὶ ἄρχιζε πάλι τὴν εὐχή. Πολύ βοηθοῦσε τὸ ρολόι. Ἔλεγαν οἱ Πατέρες τὴν εὐχή καὶ εἶχε ἡσυχία, γαλήνη μεγάλη μέσα στὸ Μοναστήρι. Στὸ Κοινόβιο ποὺ ἤμουν στὸ Ἅγιον Ὅρος ἤμασταν ἑξήντα Πατέρες καὶ ἦταν σάν νὰ ἦταν ἕνας ἡσυχαστής. Εἶχαν ὅλοι τὴν εὐχή. Στὴν Ἐκκλησία λίγοι ἔψαλλαν καὶ οἱ περισσότεροι νοερά προσεύχονταν. Στὰ διακονήματα τὸ ἴδιο. Μία ἡσυχία παντοῦ! Δὲν μιλοῦσαν δυνατά οὔτε φώναζαν. Ἥσυχα ἔκαναν τὰ διακονήματά τους. Ὅλοι ἀθόρυβα κινοῦνταν σάν τὰ πρόβατα. Πάντα ὑπῆρχε ἀθόρυβα μία κίνηση στὸ Μοναστήρι. Δὲν ἦταν ὅπως τώρα ποὺ ἔχουν στὰ Κοινόβια ὥρα διακονίας, ὥρα ἡσυχίας... σιωπητήριο! Καθένας κινιόταν ἀνάλογα μὲ τὴν διακονία του.
Πρέπει νὰ ἀγαπήσουμε τὴν εὐλογημένη ἔρημο καὶ νὰ τὴν σεβασθοῦμε, ἐὰν θέλουμε νὰ μᾶς βοηθήση καὶ αὐτή μὲ τὴν ἁγία της ἐρημία καὶ τὴν γλυκειά της ἠρεμία, γιὰ νὰ ἡμερέψουμε, νὰ ἐρημωθοῦν τὰ πάθη μας καὶ νὰ πλησιάσουμε στὸν Θεό. Χρειάζεται προσοχή μήν τυχόν καὶ προσαρμόση κανεὶς τὴν ἁγία ἔρημο μὲ τὸν ἐμπαθῆ ἑαυτό του. Αὐτὸ εἶναι μεγάλη ἀσέβεια (σάν νὰ πηγαίνης προσκύνημα στὸν Ἅγιο Γολγοθά μὲ μπουζούκια).
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Μὲ Πόνο καὶ Ἀγάπη»   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Όσιος Θεοφάνης ο έγκλειστος. Προσευχή της καρδιάς: Το καθήκον και όσων ζουν στον κόσμο.

«᾿Αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α´ Θεσσαλ. ε´ 17) ᾿Απὸ ᾿Επιστολὴ τοῦ ῾Αγίου Θεοφάνους Γράφετε: «Μὲ ἐπισκέφθηκε μία εὐλαβὴς γυναίκα καὶ συζη...