– Πρέπει νὰ γνωρίση κανεὶς τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ. Νὰ καταλάβη τί τοῦ ἔχει
δοθῆ. Τὸ μυαλό γιατί μᾶς τὸ ἔδωσε ὁ Θεός; Γιὰ νὰ ἐξετάζουμε, νὰ μελετοῦμε, νὰ
παρακολουθοῦμε τὸν ἑαυτό μᾶς κ.λπ. Τὸ μυαλό ὁ Θεὸς δὲν τὸ ἔδωσε στούς ἀνθρώπους,
γιὰ νὰ καταγίνωνται συνέχεια μὲ τὸ πῶς νὰ βροῦν ταχύτερο μέσο νὰ πηγαίνουν ἀπὸ
τὴν μία χώρα στὴν ἄλλη, ἀλλὰ γιὰ νὰ καταγινώμαστε μὲ τὸ κυριώτερο, πῶς νὰ φθάσουμε στὸν προορισμό μας, κοντά στὸν Θεό, στὴν ἀληθινή
χώρα, στὸν Παράδεισο.
Τί εὐεργεσίες ἔκανε ὁ Θεὸς στὸν Ἰσραηλιτικό λαό! Τί σημεῖα! Πόσα γεγονότα! Ὅταν ὅμως ὁ Μωυσῆς ἄργησε νὰ κατεβῆ ἀπὸ τὸ Σινά μὲ τὶς πλάκες, τὶς δέκα ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ὁ λαός ἔδωσε τὰ χρυσαφικά του, γιὰ νὰ κάνουν ἕνα χρυσό μοσχάρι καὶ νὰ τὸ προσκυνοῦν114. Στὴν ἐποχή μας δὲν ὑπάρχει κανένας ἄνθρωπος μὲ… μοσχαρίσιο μυαλό. Γι’ αὐτὸ γιὰ ἕναν μορφωμένο δὲν δικαιολογεῖται νὰ μήν καταλαβαίνη ποιό εἶναι τὸ σωστό.
Τὸ μυαλό τὸ ἔδωσε ὁ Θεός, γιὰ νὰ βρῆ ὁ ἄνθρωπος τὸν Δημιουργό του.
Οἱ Εὐρωπαῖοι τὸ ζάλισαν τὸ μυαλό, ἔπαθαν σύγχυση καὶ πᾶνε στὸν γκρεμό, γιατί ἔβγαλαν τὸν Θεό ἀπὸ τὴν ζωή τους.
Εἶναι καὶ μερικοί πού, ἐνῶ ἔχουν ὅλες τὶς προϋποθέσεις, μυαλό, ἐξυπνάδα
κ.λπ., γιὰ νὰ προχωρήσουν, δὲν προσέχουν τί τούς λές. Μόλις τούς κάνης μία νύξη,
«κατάλαβα» λένε καὶ σπεύδουν νὰ συμπληρώσουν. Ἔρχονται στὸ Ὅρος ἐξυπνότατα
παιδιά. Δείχνουν ὅτι πιάνουν ἀμέσως ὅ,τι τούς λές, ἀλλὰ πιάνουν ἀέρα, γιατί δὲν
προσέχουν. Ἐνῶ ἄλλα μὲ λιγώτερη ἐξυπνάδα, προσέχουν, περιμένουν μὲ σύνεση νὰ ἀκούσουν
καὶ τὰ παρακάτω, καὶ τούς μένουν αὐτὰ ποὺ ἀκοῦν. Ἄλλα καταλαβαίνουν πολλά, μαζεύουν
ἀπὸ ΄δῶ‐ἀπὸ ΄κεῖ, γεμίζουν γνώσεις καὶ δὲν κάνουν τίποτε. Ἀχρηστεύουν τὸ μυαλό
ποὺ τούς ἔδωσε ὁ Θεός, τὸ κουρκουτιάζουν.
Ἔχουν μία ὑπερηφάνεια καὶ δὲν ἀφήνουν τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ τὰ ἐπισκιάση.
Ἐνῶ ἄλλα ποὺ δὲν ἔχουν πολύ μυαλό, πολύ ταπεινώνονται. Λένε: «Δὲν μοῦ κόβει» καὶ
ξαναρωτοῦν: «Πῶς τὸ εἶπες αὐτό;», καὶ προσπαθοῦν νὰ τὸ ἐφαρμόσουν. Ἔτσι χαριτώνονται
καὶ προχωροῦν. Ὁ ταπεινός ἄνθρωπος συνήθως εἶναι πολυμαθής, ἐνῶ ὁ ἐγωιστής, ἐπειδή
δὲν ταπεινώνεται νὰ ρωτήση, δὲν ἔχει γνώσεις. Ὁ Μέγας Ἀρσένιος115 ἦταν ὁ πιὸ
μορφωμένος σ΄ ὅλη τὴν Βυζαντινή Αὐτοκρατορία. Ὁ Μέγας Θεοδόσιος τὸν εἶχε δάσκαλο
στὰ παιδιά του, τὸν Ἀρκάδιο καὶ Ὀνώριο. Ὅταν ὅμως πῆγε στὴν ἔρημο γιὰ μοναχός,
κάθησε κοντά στὸν Ἀββᾶ Μακάριο τὸν ἀγράμματο καὶ ἔλεγε: «Οὔτε τὸ ἀλφάβητο αὐτοῦ
δὲν ξέρω»!
– Γέροντα, πῶς θὰ γίνη νὰ μήν ἐξετάζη τὰ
πράγματα κανεὶς μόνο μὲ τὸ μυαλό;
– Τὸ μυαλό πρέπει νὰ τὸ δουλεύη σωστὰ. Νὰ τὸ δουλεύη στὸ μεγαλεῖο του
Θεοῦ, γιὰ νὰ βρῆ τὸν Θεό, ὄχι νὰ κάνη τὸ μυαλό τοῦ Θεό. Ὅσοι ἔχουν μυαλό, πρέπει
νὰ εἶναι προχωρημένοι πνευματικά. Μία ματιά νὰ ρίξουν, καταλαβαίνουν. Ὅταν
δουλεύη κανεὶς τὸ μυαλό, μπορεῖ νὰ βοηθήση τὸν ἄλλον, διαφορετικά, μπορεῖ νὰ τὸν
βασανίση. Ἔχω ὕπ΄ ὄψιν μου γεγονότα ἀπὸ λαϊκούς. Γνώρισα ἕνα παιδί ποὺ ἔμεινε ὀρφανό
ἀπὸ πατέρα, μαζί μὲ τὰ τρία ἀδελφάκια του, καὶ ἡ μάνα τοῦ ξαναπαντρεύτηκε. Τὰ ὀρφανά
δὲν εἶδαν ἀγάπη ἀπὸ τὴν μάνα οὔτε ἀπὸ τὸν πατρυιό τους. Τὸ ταλαίπωρο, ὅταν μεγάλωσε,
ἄνοιξε ἕνα ἐμπορικό καὶ δούλευε. Μία φορά ἄκουσε ὅτι πέθανε κάποιος καὶ ἄφησε
τρία ὀρφανά. Πόνεσε τὰ ὀρφανά καὶ εἶπε στὴν χήρα γυναίκα: «Θέλεις νὰ παντρευθοῦμε
καὶ νὰ ζήσουμε σάν ἀδέλφια, γιὰ νὰ προστατεύσουμε αὐτὰ τὰ παιδιά;». Τὸ δέχθηκε ἐκείνη.
Τώρα ζοῦν πνευματικά, διαβάζουν Συναξάρια, Φιλοκαλία, πᾶνε σὲ Μοναστήρια, ἔχουν
Πνευματικό. Σκέφθηκε σωστὰ καὶ ἐνήργησε ἔτσι καὶ δέχθηκε τὴν θεία Χάρη. Ἀλλιῶς
θὰ τοῦ ἔλεγε τὸ ταγκαλάκι: «Τώρα νὰ τὰ βασανίσης αὐτὰ τὰ παιδιά, ὅπως βασανίστηκες
καὶ ἐσύ». Αὐτός δὲν πῆγε νὰ ἐκδικηθῆ μὲ τὴν κακότητα, ἀλλὰ ἐκδικήθηκε μὲ τὴν
καλωσύνη. 116. Βλ.
Ἄλλοι χρησιμοποιοῦν τὸ μυαλό τους στὸ καλό καὶ ἐφευρίσκουν καλά πράγματα
καὶ ἄλλοι γιὰ καταστροφή. Εἶναι καὶ τὸ ταγκαλάκι ποὺ τούς βάζει.
113. Γέν. 12, 1.
114. Βλ. Ἐξ. 32, 1‐6.
115. Βλ. Τὸ Γεροντικόν, Ἀββᾶς Ἀρσένιος στ΄, σ. 5.
116. Βλ. Γέν. 4, 2‐15. Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου:
ΛΟΓΟΙ Α’ «Μὲ Πόνο καὶ Ἀγάπη»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου