– Γέροντα, πῶς εἶναι καλύτερα νὰ λέω τὴν
εὐχή; Φωναχτά, ψιθυριστὰ ἢ μὲ τὸν νοῦ;
– Ἂν τὴν λὲς φωναχτά, θὰ κουράζεσαι καὶ γρήγορα θὰ ἀποκάμης. Γι’ αὐτὸ νὰ
τὴν λὲς πότε ψιθυριστὰ καὶ πότε μὲ τὸν νοῦ. Ἡ εὐχὴ μὲ τὸν νοῦ εἶναι τὸ καλύτερο·
ἐπειδὴ ὅμως δὲν μποροῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ τὴν λένε συνέχεια μὲ τὸν νοῦ, βοηθάει
νὰ τὴν λέη κανεὶς καὶ ψιθυριστά, σὰν μιὰ προπαίδεια. Μπορεῖς νὰ ἀρχίζης νὰ τὴν
λὲς ψιθυριστά, νὰ συνεχίζης μὲ τὸν νοῦ καὶ ὕστερα πάλι ψιθυριστὰ καὶ πάλι μὲ τὸν
νοῦ. Νὰ κάνης αὐτὴν τὴν ἐναλλαγή, μέχρι νὰ καταλήξη ἡ εὐχὴ νὰ γίνεται μόνο μὲ τὸν
νοῦ, νὰ γίνη δηλαδὴ νοερά, ὅπως καὶ λέγεται «νοερὰ προσευχή». Τότε προσεύχεται
κανεὶς μὲ τὸν νοῦ του καὶ ἡ καρδιά του σκιρτᾶ, ἀγάλλεται· φθάνει στὸν θεῖο ἔρωτα,
ζῆ οὐράνιες καταστάσεις.
– Αὐτὸ τὸ διάστημα, Γέροντα, κάθε φορὰ
ποὺ μπαίνω στὸ κελλί μου, ἔχω μετεωρισμὸ καὶ βλάσφημους λογισμούς. Γιατί μοῦ
συμβαίνει αὐτό;
– Ξέχασες, φαίνεται, τὴν εὐχή, καὶ γι’ αὐτὸ ὁ πειρασμὸς ἔστησε τὴν σκηνή
του ἔξω ἀπὸ τὸ κελλί σου. Προσπάθησε στὶς κενὲς ὧρες ποὺ ἔχεις στὸ κελλί, νὰ λὲς
τὴν εὐχὴ ψιθυριστά, γιὰ νὰ διώχνης τὸν μετεωρισμὸ καὶ τοὺς λογισμοὺς ποὺ ὑποβάλλει
ὁ ἐχθρός. Ἡ ψιθυριστὴ εὐχὴ πολὺ βοηθάει στὶς ὧρες τῆς ἐπιθέσεως, γιατὶ ἐκείνη τὴν
στιγμὴ χρειάζεται προσοχή, γιὰ νὰ γλυτώση κανεὶς ἀπὸ τὴν ἐχθρικὴ φάλαγγα.
– Γέροντα, συμφέρει, ὅταν μοῦ ἔρχωνται
κακοὶ ἢ βλάσφημοι λογισμοί, νὰ τοὺς πολεμῶ μὲ ἀντιρρητικὸ πόλεμο115;
– Καλύτερα νὰ τοὺς πολεμᾶς μὲ τὴν εὐχὴ παρὰ μὲ ἀντιρρητικὸ πόλεμο. Ὅσο
μπορεῖς, νὰ μιλᾶς νοερῶς μὲ τὸν Χριστὸ διὰ τῆς νοερᾶς προσευχῆς, καὶ νὰ μὴ
συζητᾶς μὲ τὸν νοῦ σου «τοῦτο» ἢ «ἐκεῖνο». Νὰ καλλιεργήσης τὴν εὐχή, ἡ ὁποία ἀρχικὰ
θὰ σὲ ἀπαλλάξη ἀπὸ τοὺς κακοὺς λογισμοὺς καὶ στὸ τέλος θὰ γίνη ἕνα μὲ τὴν ἀναπνοή
σου.
Ὅπου βρεθῆς νὰ λὲς τὴν εὐχὴ
– Γέροντα, τί νὰ προσέξω περισσότερο;
– Νὰ στρωθῆς, νὰ συμμαζευτῆς καί, ὅπου βρεθῆς, νὰ λὲς τὴν εὐχὴ μὲ τὸν
νοῦ καὶ μὲ τὴν καρδιά σου, ζητώντας τὸ ἔλεος τοῦ Καλοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἑαυτό σου,
γιὰ ὅλους τοὺς ζῶντες καὶ γιὰ ὅλους τοὺς κεκοιμημένους. Κι ὅταν κουράζεσαι ἀπὸ
τὴν εὐχή, νὰ ψάλλης δυνατὰ τὸ ἀργὸ «Κύριε ἐλέησον» ἢ ἕνα τροπάριο.
– Συνήθως, Γέροντα, λέω τὴν εὐχὴ μόνο στὸν
ναό.
– Ὅταν ὁ μοναχὸς ἀρκῆται στὸ νὰ λέη τὴν εὐχὴ μόνο στὸν ναό, εἶναι σὰν
τοὺς κοσμικοὺς ποὺ πηγαίνουν στὴν ἐκκλησία μόνον τὴν Κυριακή. Γι’ αὐτὸ νὰ μὴν περιορίζεσαι
νὰ λὲς τὴν εὐχὴ μόνο στὸν ναό· νὰ τὴν λὲς καὶ στὸ διακόνημα καὶ στὸ κελλί, καὶ ὅταν
ξαπλώνης γιὰ νὰ ξεκουραστῆς, πάλι νὰ λὲς τὴν εὐχή. Στὸ διακόνημα νὰ προσέχης, νὰ
κινῆσαι ἤρεμα καὶ συνετά, γιὰ νὰ μὴ σοῦ κλέβη τὸ ταγκαλάκι τὸν νοῦ ἀπὸ τὴν εὐχή.
Πάντα νὰ ἔχης στὸ στόμα σου τὸ γλυκύτατο ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, γιὰ νὰ γλυκαίνεται
ἡ ψυχή σου. Μεγάλη ὑπόθεση νὰ περνᾶς ὁλόκληρη τὴν ἡμέρα μὲ τὴν εὐχή. Ἀρχίζεις τὴν
ἡμέρα σου μὲ τὴν εὐχή, στὴν συνέχεια κάνεις τὴν ἐργασία σου λέγοντας τὴν εὐχή,
καὶ ἔτσι ἁγιάζεται ὅ,τι κάνεις, ἁγιάζονται καὶ ὅσοι συμμετέχουν σὲ αὐτό. Ὅταν
λ.χ. μαγειρεύης καὶ λὲς τὴν εὐχή, ἁγιάζεται τὸ φαγητὸ ποὺ κάνεις, ἁγιάζονται καὶ
ὅσοι τὸ τρῶνε.
– Γέροντα, αὐτὸν τὸν καιρὸ ἀντιμετωπίζω
συνέχεια πειρασμούς.
– Νὰ ἀξιοποιῆς τὸν κάθε πειρασμὸ μὲ τὸ νὰ καταφεύγης στὸν Χριστὸ ζητώντας
τὴν βοήθειά Του, καὶ ἔτσι θὰ σοῦ μένη κέρδος ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή.
115 Ἀντιρρητικὸς πόλεμος σημαίνει νὰ ἀντικρούη κανεὶς τοὺς κακοὺς λογισμοὺς
φέρνοντας ἀντίστοιχους καλούς.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ ΣΤ’ «Περί Προσευχής»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου