Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2020

«Περί φόβου» . Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης - Μέρος Β

Συνέχεια από Μέρος Α

«Περί φόβου» . Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Ἀκούστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:

«Περί φόβου» 

Ὁμιλία τοῦ Ἀρχ. Σάββα Ἁγιορείτου στίς 18-04-2010 

Καί στό σημεῖο αὐτό φαίνεται, ὅτι ὁ κατά Θεόν φόβος -πού εἴπαμε εἶναι καλό- καί ὁ «κοσμικός» φόβος, δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά δύο διαφορετικές στάσεις, δύο διαφορετικοί προσανατολισμοί πού δίνουμε σ’ αὐτή τήν δύναμη, τήν δυνατότητα πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος νά φοβᾶται. Καί πρέπει νά φοβᾶται ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά τόν Θεό. Καί δέν πρέπει νά φοβᾶται ὁ ἄνθρωπος νά χάσει αὐτή τή ζωή καί τίς ἀπολαύσεις αὐτῆς τῆς ζωῆς. Ἄν φοβόμαστε κάποιο πράγμα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, αὐτό συμβαίνει γιατί δέν φοβόμαστε τόν Θεό· καί ἀντίστροφα, ὅποιος φοβᾶται τόν Θεό, δέν ἔχει νά φοβηθεῖ τίποτα ἄλλο. «Ὁ δοῦλος Κυρίου γενόμενος τόν οἰκεῖον Δεσπότην καί μόνον φοβηθήσεται»[5], λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Μόνο τόν Κύριό του θά φοβηθεῖ, αὐτός πού ἔγινε δοῦλος τοῦ Κυρίου. Καί ἐμεῖς αὐτό λέμε, «μεταλαμβάνει ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ, ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ τάδε..». Τό λέμε, ἀλλά τό πιστεύουμε; Ἄν εἶσαι δοῦλος Κυρίου, δέν πρέπει νά φοβᾶσαι κανέναν ἄλλον. Ἔχεις Κύριο. Αὐτόν θά φοβᾶσαι! Ἕνας πού φοβᾶται καί ἄλλα καί ἄλλους, σημαίνει ὅτι ἔχει καί ἄλλους κυρίους, καί δέν εἶναι δοῦλος τοῦ Κυρίου, ἀλλά εἶναι δοῦλος ἀνθρώπων. 

«Ὁ δέ τοῦτον οὔπω φοβούμενος», ὅποιος δέν φοβᾶται τόν Δεσπότη, τόν Κύριο, τόν Χριστό μας, «τήν ἑαυτοῦ σκιάν πολλάκις πεφόβηται»[6]. Φοβᾶται καί τήν σκιά του, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Γιά αὐτόν τόν λόγο, ὁ φόβος-πάθος, ὁ κακός φόβος, εὐνοεῖται ἀπό τήν ἀκαρπία τῆς ψυχῆς. Διότι δέν ὑπάρχει θεία παρουσία σ᾽ αὐτήν τήν ψυχή πού εἶναι ἄκαρπη, πού δέν ἔχει ἀρετές, πού δέν ἔχει πνευματική προσπάθεια καί πνευματικό ἀγώνα. Καί στό μέτρο πού εἶσαι χωρίς καρπούς πνευματικούς, στό μέτρο αὐτό εἶσαι γεμάτος φόβους, γεμάτος φοβίες, γεμάτος ἀνασφάλειες, γεμάτος ἀγωνία, γεμάτος ἄγχος. 

Βλέπετε σήμερα πόσο ὁ ἄνθρωπος, ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος εἶναι γεμάτος ἀπ’ ὅλα αὐτά. Καί ἡ ἐξήγηση, βλέπετε, εἶναι πολύ ἁπλή! Μᾶς τήν λένε οἱ Πατέρες ἐδῶ καί 2000 χρόνια. Εἶναι ἡ ἀκαρπία τῆς ψυχῆς, τό ὅτι ἡ ψυχή δέν ἔχει μέσα της Χάρη Θεοῦ, δέν ἔχει Θεία Χάρη. Καί πῶς νά τήν ἔχεις βέβαια τήν Θεία Χάρη, ἅμα δέν πᾶς νά τήν πάρεις ἀπό κεῖ πού πουλιέται; Καί ἡ Θεία Χάρη δέν πουλιέται οὔτε στά σουπερμάρκετ οὔτε στά πολυκαταστήματα οὔτε στίς ἀπολαύσεις τίς γήινες, ἀλλά δίνεται δωρεάν, χωρίς νά κάνεις τίποτα, χωρίς νά πληρώσεις τίποτα. Ἁπλῶς πρέπει νά πᾶς νά τήν πάρεις. Δίνεται δωρεάν στό ταμεῖο τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία, καί τήν παίρνεις μέσα ἀπό τά μυστήρια. Ἄν λοιπόν δέν ἐργαστεῖς, δέν κάνεις αὐτή τήν ἁπλή κίνηση νά σηκωθεῖς ἀπό τό κρεβάτι τῆς ραθυμίας καί τῆς τεμπελιᾶς καί νά πᾶς στήν ἐκκλησία νά λειτουργηθεῖς, νά ἐξομολογηθεῖς καί νά πᾶς νά κοινωνήσεις, ἔ μετά, πῶς δέν θά ἔχεις φοβίες; Πῶς δέν θά ἔχεις φόβους καί ἀγωνίες; Θά τά ἔχεις ὅλα αὐτά. 

Αὐτό συνέβη καί μέ τόν Ἀδάμ. Τί λέει; «Ἐφοβήθην». Γιατί κρύφτηκες, τοῦ λέει ὁ Θεός. «Ἐφοβήθην», φοβήθηκα, «ὅτι γυμνός εἰμί»[7], γιατί εἶμαι γυμνός. Τί γυμνός; Πρῶτα δέν ἦταν; Εἶναι γυμνός ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Γυμνώθηκε ἀπό τή Χάρη, ἔχασε τήν Χάρη καί γι’ αὐτό φοβήθηκε. Βλέπετε; Ἀμέσως μόλις ὁ ἄνθρωπος χάσει τήν Χάρη, χάσει τήν ἕνωση, χάσει τήν κοινωνία μέ τόν Χριστό, ἀμέσως ἔρχεται ὁ φόβος, ἕνας ἀδιόρατος, ἔτσι πού δέν μποροῦμε νά τόν καταλάβουμε κιόλας.. Σοῦ λέει, ναί, φοβᾶμαι.. δέν ξέρω τί φοβᾶμαι.. Τό λέμε οἱ ἄνθρωποι, δέν τό λέμε; Πολλές φορές. Ἔ, πρέπει νά δεῖς μέσα στήν ψυχή σου, ποῦ ἔχεις σφάλλει, ποῦ ἔχεις ἁμαρτήσει. Γιατί ἔχασες αὐτή τήν παρρησία πρός τόν Θεό, αὐτό τό θάρρος πού εἶχες πρός τόν Θεό; Γιατί κάπου ἔσφαλλες! Καί λένε οἱ Πατέρες, ὅτι στό μέτρο πού δέν συνειδητοποιεῖς τά λάθη σου, φοβᾶσαι. Γιατί ὑπάρχουνε καί λάθη πού δέν τά ἔχουμε συνειδητοποιήσει. Γιατί δέν τά ἔχουμε συνειδητοποιήσει; Γιατί εἴμαστε ἀμελεῖς, δέν ψάχνουμε. Δέν παρακολουθοῦμε τόν ἑαυτό μας καί ἐνῶ ἁμαρτάνουμε καί πολλές φορές ἀσύστολα καί βαριά, σοῦ λέει «τί ἔκανα;.. δέν ἔκανα τίποτα»! Καί μετά τρέμει τά πάντα, τρέμει καί τόν ἴσκιο του. Καί δέν μπορεῖ νά τό ἐξηγήσει.. Καί νά ἡ ἐξήγηση, πολύ ἁπλή! 

Βλέπεις σήμερα ἄς ποῦμε φτάσαμε στό σημεῖο νά κάνουμε τήν πορνεία κανόνα μέ τίς προγαμιαῖες σχέσεις, νά κάνουμε γάμο καί βάφτιση μαζί, νά εὐλογοῦμε δηλαδή τόν παράνομο καρπό τῆς παράνομης σχέσης.. καί δέν μᾶς ἐλέγχει καθόλου ἡ συνείδηση. Λέει, τί κάνουμε;.. ὅλοι ἔτσι κάνουνε σήμερα.. καί νά δίνουμε εὐλογία καί στά παιδιά μας καί στά ἐγγόνια μας.. ἔ, σοῦ λέει, ἀφοῦ ὅλοι τό κάνουνε, ἄς τό κάνει καί τό δικό μου παιδί.. Ἔ, μετά πῶς δέν θα γεμίσεις ἀπό φοβίες καί ἀπό ἀνασφάλειες; 

Ὅπως ὅλα τά ὑπόλοιπα πάθη, ἔτσι καί ὁ φόβος παρουσιάζεται ἀπό τούς Πατέρες σάν νόσος, σάν ἀρρώστια. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα ὁ φόβος φανερώνει μιά παθολογική σχέση πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος ἀποστρέφεται τόν Θεό, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς του, πού εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος τοῦ «εἶναι» του, πού εἶναι τό νόημα τῆς ὕπαρξής του καὶ τοποθετεῖ στό κέντρο τῶν μερίμνων του, στό κέντρο τῆς ζωῆς του, στό κέντρο τῆς φροντίδας του τήν αἰσθητή πραγματικότητα, αὐτά πού βλέπει καί ἀκούει καί πιάνει καί τρώει καί γεύεται καί ὀσφραίνεται, καί κάνει κέντρο τῆς ζωῆς του. Τά κάνει Ἀπόλυτο. Τό σχετικό τό κάνει Ἀπόλυτο. Τό βάζει δηλαδή στή θέση τοῦ Θεοῦ, αὐτό σημαίνει τό κάνει ἀπόλυτο. 

Φοβούμενος τήν ἀπώλεια κάποιου ἀγαθοῦ τοῦ κόσμου καί κάποιας αἰσθητῆς ἡδονῆς, ἀντί νά φοβᾶται τήν ἀπώλεια τοῦ Θεοῦ καί συνεπῶς τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀπομακρύνεται τελικά ἀπό τόν Θεό. Γιατί ἄν χάσεις τόν Θεό, ἔχασες τόν ἑαυτό σου.
Καί εἶναι πολύ πλανεμένο αὐτό τό σλόγκαν πού λέμε «πάρε τή ζωή σου στά χέρια σου» καί τό λέμε καί στά παιδιά. Μά ἀκριβῶς τότε θά τή χάσεις τή ζωή σου, ὅταν τήν πάρεις στά χέρια σου. Θά τήν κερδίσεις, ὅταν τήν δώσεις στόν Θεό, ὅταν τήν ἀφήσεις στόν Θεό, ὅπως τό λέει συνέχεια ἡ Ἐκκλησία, «ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». 

Ὅλη ἡ διαδικασία τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος ἐντοπίζεται πάλι, σέ κάθε ἄνθρωπο. Αὐτό τό ἴδιο ἔκανε καί ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα. Ἔκαναν τό σχετικό ἀπόλυτο. Εἶδαν τόν καρπό πόσο ὡραῖος εἶναι, τόν γεύτηκαν, πολύ ὡραία γεύση, τόν ἔδωσε ἡ Εὔα καί στόν Ἀδάμ καί ἔχασαν τήν ἕνωσή τους μέ τόν Θεό. Καί ἔβαλαν στή θέση τοῦ Θεοῦ τόν ἑαυτό τους, «ἐγώ θά γίνω θεός ἀπό μόνος μου!». Αὐτή ἦταν ἡ συμβουλή τοῦ φιδιοῦ.. δέν χρειάζεσαι τόν Θεό.. θά σοῦ πῶ ἐγώ μιά συνταγή.. Ὅπως λένε καί σήμερα οἱ μάγοι, δέν χρειάζεσαι τήν Ἐκκλησία.. θά σοῦ πῶ ἐγώ τί θά κάνεις.. θά διαβάσεις ἕνα ξόρκι.. θά πᾶς ἑφτά φορές ἀπ’ τή βρύση καί θά πάρεις νερό.. τέτοιες ἀνοησίες! Καί πᾶνε οἱ ἄνθρωποι καί τά κάνουν.. γιά νά πετύχουνε τί; Νά πετύχουν τελικά τήν ἀποσύνδεσή τους ἀπό τόν Θεό. Ὁ Χριστός εἶναι τό Α καί τό Ω, ἡ ἀρχή καί τό τέλος τῶν πάντων! Ἀλλά προσέξτε, συγχρόνως εἶναι καί τό νόημα τῆς ζωῆς μας. Σήμερα λένε οἱ φιλόσοφοι ὅτι τό βασικό πρόβλημα πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὅτι δέν βρίσκει νόημα στή ζωή του. Δέν βρίσκει νόημα, δέν ξέρει γιά ποιό λόγο νά ζεῖ! Γιατί νά ζεῖ! Καί ἀκριβῶς αὐτό εἶναι, γιατί ἔχει ἀπομακρύνει τόν Χριστό. Γιατί μόνο μέ τόν Χριστό ἔχει νόημα ἡ ζωή. 

Ὁ ἔμφοβος, αὐτός πού φοβᾶται δηλαδή, δέν ἔχει λησμονήσει τόν Θεό ὡς ἀρχή καί τέλος, ἀλλά καί ὡς νόημα τῆς ζωῆς του. Τόν ἔχει ἀπαρνηθεῖ, Τόν ἔχει ἀγνοήσει. Δηλαδή δέν Τόν σκέφτεται, δέν θέλει νά Τόν ξέρει. Καί τοῦ λές τοῦ ἄλλου.. ἄσε με, σοῦ λέει, τώρα γιά τόν Θεό, νά ποῦμε κάτι ἄλλο.. θέλει νά μένει στήν ἄγνοια. Γι’ αὐτό εἶναι ἔνοχη ἡ ἄγνοια. Καί ἔχει ἀρνηθεῖ κοντά στά ἄλλα καί τήν Πρόνοια καί τήν προστασία τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ὁποία περιβάλλει κάθε ὕπαρξη. Καί ἐνῶ ὁ Χριστός μας τό λέει τόσο τρυφερά, τόσο στοργικά, «ἔχω μετρήσει καί τίς τρίχες τῆς κεφαλῆς σου»[8], Ἐγώ νοιάζομαι γιά σένα καί γι’ αὐτά πού ἐσύ δέν νοιάζεσαι… πού δέν δίνεις σημασία! Ποιός δίνει σημασία νά μετρήσει τίς τρίχες του, ἄς ποῦμε; Ποιός τίς ἔχει μετρήσει; Ἀκόμα κι αὐτοί πού κάνουνε τά καλλυντικά καί τίς καλλυντικές ἐπεμβάσεις, δέν φτάνουνε σ’ αὐτό τό σημεῖο. Κι ὅμως ὁ Θεός σοῦ λέει, τίς ἔχω μετρήσει! Δηλαδή τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι νοιάζομαι καί γι’ αὐτά τά τιποτένια καί εἶναι ὅλα στήν Πρόνοιά Μου! Καί τί ἔχεις νά φοβᾶσαι μετά; Τίποτα. Κι ὅμως, εἴμαστε περίφοβοι, γιατί ἀκριβῶς ἔχουμε ἀπορρίψει τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί ἔχουμε ἀναθέσει τόν ἑαυτό μας στή δική μας πρόνοια.. καί λέω, ἐγώ θά φροντίσω, ἐγώ θά δουλέψω, ἐγώ θά ζήσω τόν ἑαυτό μου καί τήν οἰκογένειά μου. Ἔ, ἀφοῦ τό θέλεις, κάντο! Καί γεμίζεις μετά μέ ἄγχος, γιατί βλέπεις ὅτι δέν μπορεῖς νά κάνεις τίποτα. Ἀργά ἤ γρήγορα αὐτό καταλαβαίνεις. 

«Ρώτησαν ἕναν Γέροντα: Γιατί φοβᾶμαι διασχίζοντας τήν ἔρημο; Καί αὐτός ἀπάντησε: Γιατί νομίζεις ὅτι εἶσαι μόνος καί δέν βλέπεις τόν Θεό δίπλα σου». Αὐτό ἔχει πάθει ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἀποσυνδεθεῖ ἀπό τόν Θεό. Δέν βλέπει τόν Θεό, ἐνῶ ὁ Θεός εἶναι δίπλα του! Εἶναι δίπλα σέ ὅλους μας, καί σ’ αὐτούς πού Τόν ἔχουν ἀρνηθεῖ. Δίπλα του εἶναι! Ἀλλά ἀκριβῶς, ἐπειδή Τόν ἔχουν ἀρνηθεῖ, δέν ἔχουν μάτια νά Τόν δοῦνε καί εἶναι δυστυχισμένοι, βασανισμένοι. 

Καί ζεῖ ὁ ἄνθρωπος αὐτός μέ μιά παραίσθηση, μέ μιά ψευδαίσθηση. Ποιά εἶναι ἡ παραίσθηση καί ψευδαίσθηση; Ὅτι εἶναι μόνος. Αὐτή εἶναι ἡ πιό μεγάλη ψευδαίσθηση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ποτέ μόνος. Ἔχει πάντα δίπλα του τόν Χριστό. Καί ἀλλοίμονο στόν ἄνθρωπο, καί μάλιστα στόν Χριστιανό πού λέει, εἶμαι μόνος, δέν ἔχω κανέναν! Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν ἐμπιστεύεται τά λόγια τοῦ Χριστοῦ μας, δέν ἐμπιστεύεται τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι ὁ Χριστός τό Α καί τό Ω καί τό νόημα τῆς ζωῆς του. 

Ὁ φόβος ἀκόμα εἶναι τεκμήριο τῆς ἀπώλειας τῆς πίστης στή Θεία Πρόνοια: «Τί δειλοί ἐστε; Πῶς οὐκ ἔχετε πίστιν;»[9] λέγει ὁ Χριστός στούς κατατρομαγμένους ἀπό τήν θύελλα μαθητές. Ἀκόμα, εἶναι ἀπώλεια τῆς πίστης καί στά πνευματικά ἀγαθά. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει κέντρο τῆς ζωῆς του τά ὑλικά ἀγαθά καί τίς ὑλικές ἀπολαύσεις, αὐτό τί σημαίνει; Ὅτι δέν πιστεύει ὅτι ὑπάρχουν πνευματικά ἀγαθά, ὅτι ὑπάρχουν οὐράνια ἀγαθά, αἰώνια ἀγαθά πού κανένας δέν μπορεῖ νά τά κλέψει, κανένας δέν μπορεῖ νά τά ἁρπάξει καί οὔτε χρειάζονται τράπεζες γιά νά τά ἀσφαλίσεις. Κανείς δέν μπορεῖ νά σοῦ τά πάρει. Ἀλλά τότε γιατί δέν τά ἐπιδιώκεις; Γιατί δέν τό πιστεύεις. 

«Μίαν ὀδύνην εἰδώς, τήν τούτων [θείων] ἀποτυχίαν». Ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στά πνευματικά ἀγαθά, μία λύπη μόνο γνωρίζει, μή τυχόν καί χάσει αὐτά τά ἀγαθά. Νά τοῦ πάρουν τά ὑλικά ἀγαθά; Κανένα πρόβλημα. Νά τά πάρουν ὅλα! Δέν ἔχει καμιά στενοχώρια. Ἐκεῖνο πού φοβᾶται, κι αὐτό εἶναι καλός φόβος, πρέπει νά τόν ἔχουμε, νά μή χάσουμε αὐτά τά αἰώνια, «πού ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσι Αὐτόν»[10]. Τά θεῖα ἀγαθά εἶναι πραγματικά τά μόνα, τά ὁποῖα ἔχουν γιά τόν ἄνθρωπο ἀπόλυτη ἀξία καί ζωτική σημασία. Ὁ ἄνθρωπος, πού ἔχει ἐμπιστοσύνη στόν Θεό καί ἔχει πραγματικά γίνει μέτοχος τῆς Ἀνάστασης, τί σημαίνει ἔχει γίνει μέτοχος τῆς Ἀνάστασης; Σημαίνει ὅτι αἰσθάνεται τόν ἀναστημένο Χριστό μέσα του. Καί τί σημαίνει αὐτό; Σημαίνει ὅτι αἰσθάνεται τήν Χάρη τοῦ ἀναστημένου Νικητή. Καί τί σημαίνει αὐτό; Σημαίνει ὅτι ἔχει τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔχει «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα, ἀγαθωσύνη, πίστη, πραότητα, ἐγκράτεια»[11]. Τά ἔχεις αὐτά; Ἔ, τότε εἶσαι μέτοχος τῆς Ἀνάστασης, εἶσαι ἀναστημένος, ἔχεις ἀγαθές ἐλπίδες νά δεῖς τόν Χριστό στήν ἄλλη ζωή καθαρότερα, τελείως καθαρά. Τώρα Τόν βλέπεις σκιωδῶς, «ὡς ἐν ἐσόπτρῳ καί αἰνίγματι»[12]. Ἀλλά ἐφόσον ἔχεις αὐτά, ἔχεις τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔχεις σοβαρές καί βέβαιες ἐλπίδες ὅτι θά Τόν δεῖς καθαρά καί στήν ἄλλη ζωή. Ἄν δέν τά ἔχεις αὐτά, πρέπει νά τά ἀναζητήσεις, νά δεῖς γιατί δέν τά ἔχεις. Νά διορθωθεῖς, γιά νά τά ἀποκτήσεις. 

Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν πού εἶναι μέτοχος τῆς Ἀνάστασης καί αἰσθάνεται τή Χάρη τοῦ Θεοῦ μέσα του μέ τόν τρόπο πού εἴπαμε, αὐτός δέν φοβᾶται πλέον καμιά ἐπίθεση εἴτε κατά τῆς ψυχῆς εἴτε κατά τοῦ σώματός του, οὔτε ἀκόμα τήν ἐπίθεση τοῦ θανάτου πού σκοτώνει προσωρινά τό σῶμα, ἀλλά δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτε περισσότερο. Ὅποιος ἑνώνεται μέ τόν Θεό, βρίσκει σ᾽ Αὐτόν τήν πληρότητα τῶν ἀγαθῶν καί δέν φοβᾶται μήπως στερηθεῖ κάποιου αἰσθητοῦ ἀγαθοῦ. Βλέπετε μέ πόση ἄνεση οἱ ἅγιοι Πατέρες καί οἱ ἀσκητές καί οἱ ἐρημίτες ἄδειαζαν τό κελί τους καί τό δίνανε στόν ὁποιοδήποτε κλέφτη! Καί τοῦ λέγανε, κοίταξε, νά αὐτά ἔχω, πάρτα.. ἄν ξεχνοῦσε καί τίποτε, τόν κυνηγοῦσαν ἀπό πίσω.. ξέχασες αὐτό.. πάρτο κι αὐτό! Δέν εἶχαν κανένα πρόβλημα, γιατί ἦταν προσανατολισμένοι στά οὐράνια ἀγαθά καί ἐκεῖνα φοβόντουσαν νά μή χάσουν. 

Ὁ φόβος δέν ἀφορᾶ μόνο στήν ἔλλειψη πίστης στά πνευματικά ἀγαθά, ἀλλά ὁ ἴδιος ἀποδίδει μάταιη πίστη στά αἰσθητά ἀγαθά. Τούς δίνει μιά ὑπεραξία πού δέν ἔχουν. Κολλάει σ’ αὐτά, στά χρήματα, στά χρυσαφικά, στίς περιουσίες, στά κληρονομικά καί τούς δίνει μιά ἀξία πού δέν ἔχουν. Ἐνῶ εἶναι ἄνθος καί χλόη, πού σύντομα μαραίνεται καί πέφτει, ὁ ἄνθρωπος αὐτός τά ἔχει κάνει θεούς. Τά ἔχει βάλει στή θέση τοῦ Θεοῦ, τούς δίνει μιά ἀξία θησαυροῦ, ὁ ὁποῖος τάχατες θά καταξιώσει τήν ζωή τους καί τήν ὕπαρξή τους, καί ἀργά ἤ γρήγορα τά χάνει ἐξαιτίας τοῦ πρόσκαιρου καί παροδικοῦ χαρακτήρα τους ἤ ἐξαιτίας τοῦ θανάτου του. Πεθαίνεις, τά ἀφήνεις ὅλα. Καί μαζί μ’ αὐτά χάνεται καί ἡ ἡδονή πού συνδέεται μ’ αὐτά, πού δέν εἶναι τίποτα μπροστά στήν ἡδονή τῶν ἀγαθῶν τῶν οὐρανίων, τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Γι αὐτό ὁ ἄνθρωπος ὁ πεσμένος, ὁ ἁμαρτωλός καί ἀμετανόητος, πού ἔχει κολλήσει σ’ αὐτά τά ἀγαθά, σφάλλει ὡς πρός τήν ἀληθινή οὐσία τῶν πραγμάτων καί τῶν ἡδονῶν στίς ὁποῖες προσκολλᾶται. Κάνει δηλαδή ἕνα βασικό λάθος, ριζικό λάθος. Ἔχει μιά ριζικά λανθασμένη ἐκτίμηση γιά τά ἀγαθά τοῦ κόσμου. Ἄν γνώριζε πραγματικά τή φύση τῶν ἀγαθῶν, ὅτι ὅλα εἶναι γῆ καί σποδός, ὅτι εἶναι χῶμα καί λάσπη, ὅτι εἶναι προσωρινά καί μάταια, τότε θά προσανατολιζότανε σωστά. Ἀγνοοῦμε τή φύση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ὅτι δέν ἔχει ἀξία, καί γι’ αὐτό κολλᾶμε σ’ αὐτά. 

Ὁ φόβος εἶναι ἀνωφελής καί γι’ αὐτό εἶναι καί παράλογος. Κάποιος πού φοβᾶται, δέν ἔχει ὠφέλεια ἀπ’ αὐτό τό συναίσθημα -ἄς τό ποῦμε ἔτσι- πού νιώθει. Τί θά πάθεις δηλαδή; Τί θά γίνει καλύτερο ἄν φοβᾶσαι, ἄν μπεῖς στήν ἀγωνία καί στό ἄγχος; Τίποτα δέν γίνεται. 

Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος μέ τόν φόβο νά ἐμποδίσει ὁτιδήποτε τοῦ συμβαίνει ἤ ἀναπόφευκτα ἤ ἐνδεχόμενα ἔρχεται καί θά τοῦ συμβεῖ. Οὔτε ν’ ἀποφύγει τόν κίνδυνο ἤ τήν στέρηση πού φοβᾶται, ἄν ὑποθέσουμε ὅτι πράγματι θά γίνουν. Λέγει ὁ Κύριος: «Τίς ἐξ ὑμῶν», ποιός ἀπό σᾶς, «μεριμνῶν», μπαίνοντας στήν διαδικασία τῆς ἀγωνιώδους φροντίδας, «δύναται προσθεῖναι ἐπί τήν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα;»[13], μπορεῖ νά προσθέσει ἕναν πῆχυ στό ὕψος του; Νά ψηλώσει ἄς ποῦμε δύο ἑκατοστά, πέντε ἑκατοστά; Ὅσο καί ν’ ἀγωνιστεῖς καί νά τεντωθεῖς, δέν θά τό καταφέρεις. Γιατί λοιπόν ἀγωνιᾶς; Γιατί φοβᾶσαι; 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός σ’ αὐτόν τόν φόβο πού δέν ἔχει κανένα ἀποτέλεσμα καί σ’ αὐτήν τήν ἀγωνία πού δέν φέρνει καμιά ὠφέλεια, ἀντιπαραθέτει, μᾶς δίνει σάν φάρμακο δηλαδή, τήν ἐνεργή ἀμεριμνησία. Ἡ ἀμεριμνησία, τό νά μήν φροντίζεις δηλαδή, δέν εἶναι μιά κατάσταση ὕπνου, μιά παθητική κατάσταση. Εἶναι μιά ἐνεργητική κατάσταση. Ὅπως καί ὁ ἡσυχασμός εἶναι ἡ πιό ἐνεργητική ζωή. Ἡ πιό δραστήρια ζωή εἶναι ὁ ἡσυχασμός. Γιατί ἀκριβῶς ἐνεργοποιεῖς ὅλο σου τό εἶναι καί τό κατευθύνεις πρός τόν Θεό.
Ὅταν λοιπόν ἀφήνεις τά πάντα στόν Θεό, δέν εἶσαι τεμπέλης, οὔτε ράθυμος, οὔτε ἕνας παθητικός ἄνθρωπος, ἀλλά εἶσαι πολύ ἐνεργητικός. Κι αὐτή ἡ ἐνεργή ἀμεριμνησία εἶναι πού σέ γλιτώνει ἀπό τόν ἀναποτελεσματικό φόβο, ἀπό τόν φόβο πού δέν ἔχει καμιά ὠφέλεια. Ἄφησέ τα λοιπόν ὅλα στήν θεία Πρόνοια καί ἔχεις τό ἀντίδοτο τοῦ φόβου. Ἄν σήμερα οἱ ἄνθρωποι πάσχουνε ἀπό ἀγωνίες καί ἄγχη καί στρές καί πᾶνε καί παίρνουνε ἀντικαταθλιπτικά καί ἠρεμιστικά, ἤ τό ρίχνουνε στό ἀλκοόλ, ἤ στά ναρκωτικά, ἤ καί σέ ἄλλα ναρκωτικά-ψυχοναρκωτικά, στόν τζόγο, στό διαδίκτυο, τώρα εἶναι κι αὐτό ναρκωτικό καινούριο πού ἔχουμε.. ὅλα αὐτά δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ὑπεκφυγές. Δέν θέλεις νά δεῖς τήν ἀλήθεια, δέν θέλεις νά γνωρίσεις τήν ἀλήθεια πού εἶναι πολύ ἁπλή, «ἑαυτούς καί ἀλλήλους Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα» καί ἔφυγε τό ἄγχος! Δηλαδή δέν ἔχεις λόγο νά ἀγχωθεῖς, ἀφοῦ ξέρεις ὅτι ἔχεις ἕναν Πατέρα πού σ’ ἔχει στήν ἀγκαλιά Του καί φροντίζει καί γιά τίς τρίχες σου ἀκόμα! Τίς ἔχει ἤδη μετρήσει! 

Ἡ παθολογία τοῦ φόβου συνδέεται ἐπίσης καί μέ τήν φαντασία. Ὁ ἄνθρωπος πού φοβᾶται, φαντάζεται, καί ἡ φαντασία, πού εἶναι μιά ἀπό τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς, καλύπτει ὅλες τίς ἄλλες δυνάμεις καί ὁ ἄνθρωπος ἀλλοιώνει τήν πραγματικότητα καί ζεῖ ἀνύπαρκτες καταστάσεις μέσω τῆς φαντασίας. Καί εἶναι βέβαιος γι’ αὐτές. Καί εἶναι πράγματι ἀξιοδάκρυτος αὐτός ὁ ἄνθρωπος! 

Λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «Φόβος ἐστί προμελετώμενος κίνδυνος», ἕνας κίνδυνος πού τόν σκέφτεσαι ἀπό πρίν∙ «σύντρομος αἴσθησις καρδίας», μιά καρδιά τρομαγμένη, «περί ἀδήλων συμφορῶν κλονουμένη»[14], πού συγκλονίζεται ἀπό συμφορές ἄδηλες, πού δέν ἔχουνε ἀκόμα φανεῖ, δέν ἔχουν φανερωθεῖ. Καί ἀσχολεῖται μ’ αὐτά. 

Καί ἐπιπλέον ὁ φόβος θέτει ἐρωτηματικά γιά τά πλέον βέβαια πράγματα καί ὁ ρόλος πού ἀναλαμβάνει ἡ φαντασία σ’ αὐτό εἶναι πάρα πολύ σημαντικός. Καί βλέπει κανείς πράγματι ἀνθρώπους νά βασανίζονται μέ ἀστεῖα πράγματα.. Κι ὅμως νά εἶναι δοῦλοι σ’ αὐτά καί νά σοῦ λένε, μήπως γίνει αὐτό;… Μά πῶς νά γίνει αὐτό, βρέ παιδί μου;.. Δέν πρόκειται νά γίνει ποτέ αὐτό πού σκέφτεσαι, εἶναι τελείως ἐξωπραγματικό. Ὄχι, θά γίνει.. μπορεῖ νά γίνει.. Καί τρέμει γιά ἕνα ἀνούσιο, γιά ἕνα ἀστεῖο πράγμα. Κι ὅμως εἶναι δοῦλος σ’ αὐτό. Κι αὐτό ὅλο, ξέρετε, ξεκινάει ἀπ’ αὐτό πού εἴπαμε στήν ἀρχή: ἔφυγες ἀπό τόν Θεό, ἔφυγες ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μετά εἶσαι ἀνοιχτός σέ ὅλες τίς δαιμονικές ἐπιρροές, σέ ὅλες τίς ἀλλοτριώσεις τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς. 

Καί ἔρχεται ἡ φαντασία λοιπόν καί καλύπτει ὅλες τίς ἄλλες δυνάμεις, καλύπτει τήν λογική. Καί ὁ ἄλλος τρέμει νά βγεῖ ἀπ’ τήν πόρτα του, γιατί σοῦ λέει, μπορεῖ νά πέσει τό μάρμαρο ἀπό τήν πολυκατοικία καί νά μέ σκοτώσει! Ναί, μή γελᾶτε.. Εἶναι τραγικό! Ὑπάρχουν τέτοιοι ἄνθρωποι.. Ναί.. μέ πράγματα παράλογα. Βλέπετε, ποῦ ρίχνει ὁ διάβολος τόν ἄνθρωπο, ὅταν ὁ ἄνθρωπος φύγει ἀπ΄ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ καί κρεμαστεῖ στόν ἑαυτό του. Γιατί ἀπό κεῖ ξεκινάει ὅλη ἡ ἀλλοτρίωσή μας. Ὅταν γίνει φίλαυτος ὁ ἄνθρωπος, ἀντί φιλόθεος, ἔ τότε μετά εἶναι τραγικός ἄνθρωπος καί γελοῖος. Καί τότε ἔχουμε παραμόρφωση τῆς πραγματικότητας καί ἀντίληψη ἀνύπαρκτης πραγματικότητας. Δέν καταλαβαίνουμε τί μᾶς γίνεται καί δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε καί νά ἐξηγήσουμε τίποτα. 

Ἰδιαίτερα τό ἄγχος καί ἡ ἀγωνία, χαρακτηρίζονται ἀπό τήν ἀπουσία ἀντικειμενικῶν λόγων θεμελίωσης. Δέν θεμελιώνονται πουθενά. Καί σοῦ λένε οἱ ἄνθρωποι, ἔχω ἄγχος, ἀγωνία καί δέν ξέρω γιατί.. Δέν ξέρω.. ἔχω ἄγχος ὅμως… Καί τόν βλέπεις, εἶναι τεντωμένος. Γιατί τό ἄγχος βγαίνει καί στό σῶμα σιγά-σιγά, σωματοποιεῖται. 

Στό ἄτομο πού εἶναι ὑποχείριο τοῦ φόβου, σημαντικό ρόλο ἀσκεῖ ἡ ἐπιρροή τοῦ παραλόγου. Πράγματι, ὁ ἄνθρωπος πού φοβᾶται, παραλογίζεται. Λέει στή Σοφία Σολομῶντος: «οὐθέν γάρ ἐστι φόβος εἰ μή προδοσία τῶν ἀπό λογισμοῦ βοηθημάτων»[15]. Προδίδεις τήν λογική, ὅταν φοβᾶσαι. 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος μᾶς λέει πόσο συνδέεται ὁ φόβος μέ τά πάθη τά ὁποῖα ὑποκινοῦν τόν φόβο. Καί τό κατεξοχήν πάθος εἶναι, ὅπως ὅλοι ξέρουμε, ἡ ὑπερηφάνεια. Λέει λοιπόν ὁ Ἅγιος Ἰωάννης: «Ὑπερήφανος ψυχή, δειλίας δούλη»[16]. Μέ τέσσερις λέξεις μᾶς λέει τά πάντα! 

– Ἔχεις δειλία; 

Εἶσαι ὑπερήφανος, γι’ αὐτό τήν ἔχεις. «Ἐφ’ ἑαυτῇ πεποιθυΐα», ἐπειδή πιστεύεις στόν ἑαυτό σου ὑπερήφανη ψυχή, «καί κτύπους κτισμάτων καί σκιᾶς δεδοικυΐα», γι’ αὐτό τρέμεις καί φοβᾶσαι καί τά χτυπήματα καί τίς σκιές. Τρέμεις τά πάντα μετά. 

– Γιατί νομίζετε τά μικρά παιδάκια τρέμουνε καί φοβοῦνται; 

Ἐπειδή θέλουν ψυχίατρο καί ψυχολόγο; Καλά, παλιότερα γιατί δέν ἤθελαν; Τώρα ὅλα τά παιδιά θέλουν ψυχίατρο καί ψυχολόγο καί λογοθεραπεία καί δέν ξέρω… χίλια δυό τέτοια. Δυσλεξία ἔχουνε… Τά κάναμε ὅλα τά παιδιά ἄρρωστα. Γιατί;.. Ἤ μήπως δέν τούς δώσαμε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ; Τό βασικό φάρμακο. Ἐγώ θυμᾶμαι, μικρός πού ἤμουνα καί ἡ μητέρα μου ἀπ’ τά πρῶτα πού μοῦ εἶπε ἦταν αὐτό, «κοίταξε, παιδί μου, στόν τροῦλο εἶναι ὁ Παντοκράτωρας.. μᾶς βλέπει.. μπορεῖ ἀπό μένα νά κρυφτεῖς.. ἀπό τόν Θεό δέν μπορεῖς νά κρυφτεῖς». Τό λέμε αὐτό στά παιδιά; Τούς ἐμπνέουμε αὐτόν τόν φόβο, τόν ἅγιο φόβο τοῦ Θεοῦ; Νά μήν ἁμαρτήσουνε, νά μήν τά χαλάσουνε μέ τόν Θεό. Ἐάν δέν τό λέμε, μετά θά πηγαίνουμε νά θεραπεύσουμε ὅλες τίς φοβίες.. οἱ ὁποῖες δέν θεραπεύονται, ἀλλά γίνονται χειρότερες μέ τούς ψυχίατρους καί τούς ψυχολόγους. 

Ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος πάλι μᾶς λέει, ὅτι ὁ φόβος συνδέεται προφανέστατα καί μέ τό πάθος τῆς δειλίας. 

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πάλι λέει, ὅτι ἡ ἁμαρτία γεννάει τόν φόβο. Λέει στήν πρός Ρωμαίους: «Θλῖψις καί στενοχωρία ἐπί πᾶσαν ψυχὴν ἀνθρώπου τοῦ κατεργαζομένου τό κακόν»[17]. 

– Ἔκανες τό κακό; 

Σίγουρα ἀμέσως θά ἔχεις φόβο, θά ἔχεις θλίψη, θά ἔχεις ταλαιπωρία, θά ἔχεις ἀγωνία. Θυμηθεῖτε τόν Κάιν, μόλις ἔκανε τό φονικό, ἔτρεμε, δέν ἔβρισκε ἡσυχία πουθενά. Εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς φοβίας. Μήπως ἐκεῖ πρέπει νά ἀναζητήσουμε τίς πολλές φοβίες πού ἔχει ὁ σημερινός ἄνθρωπος; Στίς πολλές ἁμαρτίες; Καί σίγουρα αὐτή εἶναι ἡ ἀπάντηση. 

Λέει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Οἱ ἐν ἁμαρτίαις ὄντες», αὐτοί πού εἶναι μέσα στήν ἁμαρτία, «φόβῳ συζῶσι διηνεκεῖ», συζοῦν συνεχῶς μέ τόν φόβο. Διῶξε τήν ἁμαρτία καί φεύγει ὁ φόβος. «Καί καθάπερ οἱ διά νυκτός ἀσελήνου βαδίζοντες τρέμουσι», ὅπως τρέμουν αὐτοί πού περπατᾶνε μέσα στό σκοτάδι σέ μιά νύχτα χωρίς φεγγάρι, ἀκόμα κι ἄν δέν ὑπάρχει κανένας κοντά τους, κανένας νά μήν εἶναι παρών, ἔτσι κι αὐτοί πού ἐργάζονται τήν ἁμαρτία· δέν ἔχουν θάρρος, ἀκόμα κι ἄν δέν ὑπάρχει κανένας νά τούς ἐλέγξει. Ὅπως τόν Κάιν. Ἔτρεμε ἐνῶ δέν τόν ἤλεγχε κανένας. Ὅλα τά φοβοῦνται, ὅλα τά ὑποπτεύονται, γιατί πληγώνονται ἀπό τό συνειδός, ἀπό τήν συνείδηση. Τούς κεντρίζει ἡ συνείδηση καί ὅλα εἶναι γεμάτα δέος καί ἀγωνία καί ὅλο γυρνᾶνε τά μάτια τους γύρω-γύρω καί ὅλα τά φοβοῦνται. 

Αὐτό εἶναι ὁ ἁμαρτωλός ἄνθρωπος, πού ὅλα τόν καταδιώκουν, ἐνῶ δέν ὑπάρχει κανένας γιά νά τόν καταδιώξει. Ἀλλά ὁ μεγαλύτερος διωγμός εἶναι ὁ διωγμός τῆς συνείδησης, τῆς ἀνειρήνευτης συνείδησης. Καί ἡ συνείδηση δέν εἰρηνεύει παρά μόνο ὅταν ὁ ἄνθρωπος μετανοήσει καί ἐξομολογηθεῖ καί καταθέσει τό βάρος τῆς ψυχῆς του στόν Θεό. 

Ἡ ἁμαρτία ὁδηγεῖ στόν φόβο ὄχι μόνο τούς ἀνθρώπους πού εἶναι μέσα στήν Ἐκκλησία, προσέξτε το αὐτό, γιατί ὑπάρχει κι αὐτή ἡ πλάνη. Τοῦ διαβόλου εἶναι κι αὐτή. Πού σοῦ λέει, φταίει ἡ χριστιανική ἀνατροφή καί γέμισε ὁ ἄνθρωπος μέ φόβους.. Ἐνῶ ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ χριστιανική ἀνατροφή, ἄν ἡ μάνα μου δέν μ’ ἔπρηζε νά πηγαίνω στήν ἐκκλησία κι ἄν δέν μοῦ ἔκανε συνέχεια κατήχηση, θά ἤμουνα ἀπελευθερωμένος τώρα καί δέν θά εἶχα μιά περίφοβη συνείδηση.. καί δέν θά εἶχα φόβους.. Λάθος! Μεγάλο λάθος! Ρωτῆστε ὅλους αὐτούς τούς ἀνθρώπους πού εἶναι μακριά ἀπό τόν Θεό, πού δέν ἔχουνε σχέση καθόλου, δέν ἔχουν ἀκούσει ἀπό τήν παιδική τους ἡλικία γιά Θεό, νά δεῖτε πῶς τρέμουν τόν θάνατο, πῶς φοβοῦνται τά πάντα! Ὁ φόβος πιάνει ὅλους, καί τούς Χριστιανούς καί τούς μή Χριστιανούς. 

Καί ὅσο περισσότερο ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει συνειδητοποιήσει τά λάθη του, τίς ἁμαρτίες του, λέει ὁ Ἅγιος Διάδοχος ὁ Φωτικῆς, κι ἄν δέν ἔχει ἐξομολογηθεῖ πρεπόντως γι’ αὐτά τά ἀδιόρατα, τά ἀνεπίγνωστα ἁμαρτήματα, τότε ἔχει φόβο, ἔχει δειλία ἄδειλο. Δέν μπορεῖ νά τήν ἐντοπίσει, νά βρεῖ τήν αἰτία γιατί φοβᾶται, γιατί δειλιάζει. Στό βάθος ὑπάρχουν ἀνεξομολόγητες ἁμαρτίες. Αὐτό μᾶς λένε οἱ Πατέρες. 

Φανταστεῖτε τώρα ἕνας ἄνθρωπος πού εἶναι τελείως μακριά ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἀπό τόν Θεό πόσο ὑποκείμενος εἶναι στόν φόβο! 

Καί τέλος, καί νά κλείσουμε μ’ αὐτό, ὁ φόβος συνδέεται σαφῶς μέ τούς δαίμονες, μέ τήν δαιμονική ἐνέργεια. Οἱ δαίμονες συμβάλλουν στήν ἐμφάνισή του, καί ἐπωφελοῦνται πολύ ἀπό τήν παρουσία του. Ἕνας ἄνθρωπος πού φοβᾶται, πολύ εὔκολα πέφτει στήν ἁμαρτία καί στίς παγίδες τίς δαιμονικές καί εἶναι πολύ εὐνοϊκό ἔδαφος γιά δράση. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος φοβᾶται, πολύ διευκολύνει τούς δαίμονες νά τόν ἐπηρεάσουν. Βρίσκουν στόν φόβο τόν σύμμαχό τους, λέει ὁ Ἅγιος Διάδοχος, γιά νά μᾶς δώσει νά καταλάβουμε πόσο συνδέεται ὁ φόβος μέ τήν ἁμαρτία. 

Καί ξαναλέω καί ἀνακεφαλαιώνω, γιατί μᾶς πιάνει αὐτός ὁ φόβος; Γιατί τραβᾶμε καί τούς δαίμονες μ’ αὐτόν τόν φόβο; Μήν τά ρίχνουμε ὅλα στούς δαίμονες.. Δέν φταῖνε οἱ δαίμονες γιά ὅλα. Ἐμεῖς φταῖμε, γιατί δέν υἱοθετήσαμε τόν ἀρχικό φόβο, πού εἶναι δῶρο Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε, τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, τόν φόβο νά μήν χάσουμε τήν ζωή, τήν ἀληθινή ζωή, τήν ὄντως Ζωή, πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, τόν φόβο τῆς ἁμαρτίας. Καί γιατί νά ἀκούσουμε αὐτά τά κηρύγματα τά τάχατες μοντέρνα καί ἐκσυχρονιστικά πού λένε ὅτι «ἄστα αὐτά τά πράγματα.. δέν ὑπάρχει ἁμαρτία.. αὐτά εἶναι τῶν παπάδων, ξέρω ’γω.. εἶναι ὄχι τοῦ 21ου αἰῶνα.. εἶναι ἀρχαιοτέρων ἐποχῶν, δέν ἰσχύουν σήμερα αὐτά..»; Γιατί νά τά υἱοθετήσουμε αὐτά τά κηρύγματα; Μετά βέβαια θά ἔρθουν οἱ καρποί. Καί οἱ καρποί εἶναι ὁ φόβος καί ἡ ἀγωνία καί τό ἄγχος καί ἡ κατάθλιψη καί τά ψυχολογικά καί γίνεται κυριολεκτικά ἁλώνι τῶν δαιμόνων ἡ ψυχή μας. 

Ὁ Θεός νά δώσει, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ν’ ἀγαπήσουμε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ. Νά φοβηθοῦμε ἀληθινά τόν Θεό. Ὄχι μέ τήν ἔννοια ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἕνας ἄτεγκτος δικαστής ἤ ἕνας ἐκδικητικός Θεός, ἕνα ἐκδικητικό πρόσωπο, ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι ἄν χάσουμε τόν Θεό, χάσαμε τά πάντα, χάσαμε τό Α καί τό Ω τῆς ὕπαρξής μας, χάσαμε τό νόημα τῆς ὕπαρξής μας, χάσαμε τήν ρίζα μας.
Γιατί εἴτε τό θέλουμε εἴτε δέν τό θέλουμε, ὁ Θεός εἶναι ἡ ρίζα μας. Δέν φτιάξαμε μόνοι μας τόν ἑαυτό μας οὔτε ὑπάρχουμε ἀπό μόνοι μας οὔτε μποροῦμε νά ὑπάρξουμε γιά ἕνα δευτερόλεπτο ἀπό μόνοι μας. Κι ἄν σήμερα κάνουμε τόν ἐξυπνάκια καί πολλές φορές βεβηλώνουμε καί τόν Θεό καί τίς ἐκκλησίες καί τίς εἰκόνες, ὅπως κάνανε κάποιοι προχθές ἐδῶ στήν Ἐγνατία.. λοιπόν, καί πάλι ὁ Θεός μᾶς κάνει ὑπομονή καί μᾶς συγχωράει καί μᾶς περιμένει καί λυπᾶται γιά τήν κατάντια μας.
Ἀλλά σέβεται καί τήν ἐλευθερία μας καί μᾶς λέει: «δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς»[18]. Τό πολύ ἁπλό πράγμα: 

– Θές ἀνάπαυση, θές εἰρήνη, θές γαλήνη, θές νά μή φοβᾶσαι; 

Ἔ, πήγαινε κοντά Του! Καί δέν θά ἔχεις κανένα φόβο καί καμιά ἀνασφάλεια. Ὁ Θεός λοιπόν νά τό δώσει γιά ὅλους μας. Νά παρακαλέσουμε καί τούς ἅγιους Μυροφόρους, τόν Ἅγιο Νικόδημο, καί τόν Ἅγιο Ἰωσήφ, καί τίς ἅγιες Μυροφόρες γυναῖκες, καί πρώτη τήν Παναγία μας, νά μᾶς δίνουν αὐτή τήν ἀφοβία, αὐτή τήν ἀνδρεία, πού εἶναι καρπός τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ.»

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Συμβουλές για κάθε πνευματικό αγωνιστή. Ανοιξιάτικοι κίνδυνοι. (Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος)

Την προηγούμενη φορά σου έδωσα δυο-τρεις απλούς κανόνες. Θα προσθέσω τώρα και δυο-τρία προφυλακτικά μέτρα.  1) Πρώτα απ’ όλα, μη νομίσεις...