Απόσπασμα:
«Άδικος
ο Θεός! θα πει κάποιος αυθάδης. Δεν έστελνε ένα αστροπελέκι να κάψει τον Ηρώδη
και το στρατό του;… Απαντώ. Τα παιδιά αυτά είναι
μακάρια [=ευτυχισμένα, ευλογημένα]. Κι όσοι γονείς είχατε παιδάκια και
πέθαναν μικρά, μην τα κλαίτε. Να κλαίτε εκείνο το γέρο, που έφαγε την
αμαρτία με την κουτάλα αμετανόητος και θα κάνη βουτιά στην κόλαση. —Μα τα
14.000 νήπια ήταν αβάπτιστα… Όχι, βαπτίστηκαν. Πώς; Υπάρχουν δύο είδη
βαπτίσματος: το ένα στο νερό και το άλλο στο αίμα. Τα νήπια της Βηθλεέμ
βαπτίστηκαν στην κολυμβήθρα του αίματος κ’ είναι τώρα άγγελοι. Μακάρι να
ήμασταν κ’ εμείς ανάμεσα σ’ αυτά. Εγώ, αμαρτωλός όπως είμαι, επιθυμούσα να
είμαι ένα από ‘κείνα τα νήπια, αθώος ν’ ανεβώ στον ουρανό. Τώρα τι
κάνουμε; Περνούν τα χρόνια και φορτωνόμαστε νέα αμαρτήματα. Μακάρια λοιπόν αυτά
τα παιδιά, οι μάρτυρες του Χριστού, πού μαζί με τον πρωτομάρτυρα Στέφανο
βρίσκονται στους ουρανούς.
+++
Ο Ηρώδης σκότωσε 14.000 παιδιά. Σταμάτησε άραγε το έγκλημα της
παιδοκτονίας; Όχι δυστυχώς. Και σήμερα υπάρχουν Ηρώδες. • Από Κυπρίους πρόσφυγες
του Αττίλα μάθαμε, ότι όταν οι Τούρκοι μπήκαν στην Κύπρο σκότωσαν
γέροντες, ατίμασαν γυναίκες, έσφαξαν και παιδιά. Σ’ ένα χωριό σκότωσαν με
οπλοπολυβόλο ολόκληρη οικογένεια. Ύστερα από τρεις μέρες άνοιξαν το σπίτι και
βρήκαν ζωντανό ένα μικρό παιδάκι. Πώς έζησε;
Το ένστικτο το ώθησε να πλησίαση τη μάνα του, και έγλειφε το αίμα πού
έτρεχε από την πληγή της. Οι Τούρκοι είναι νέοι Ηρώδες.• Άλλα πόσα παιδιά
σκότωσαν αυτοί; 50; 100;200; 300;… Ακούστε τώρα έναν άλλο αριθμό και
θα φρίξετε. Κάθε χρόνο στην Ελλάδα σκοτώνουν 300.000 μικρά παιδιά! Ποιοι
είναι οι φονιάδες τους; Είναι γιατροί, με άσπρες μπλούζες, ελεεινοί
εκμεταλλευτές. είναι όμως και γονείς άσπλαχνοι, πού οδηγούν εκεί τα βρέφη
τους. Δύο είναι τα μεγαλύτερα αμαρτήματά μας, η βλασφημία και οι εκτρώσεις.—
Εσύ όμως δεν ξέρεις τι στοιχίζει ένα παιδί. Πού να βρούμε λεφτά να το
μεγαλώσουμε;… Ψεύτες! Έχετε χρήματα για τσιγάρα, ποτά, πολυτέλειες,
αυτοκίνητα, ρεβεγιόν, θεάματα, δηλαδή για το διάβολο· για τα παιδιά δεν έχετε.
Με όλ’ αυτά που ξοδεύονται για περιττά πράγματα, θα μπορούσαν να συντηρηθούν
πλήθος παιδιά.
Και τώρα η Ελλάδα παιδιά δεν έχει, γηροκομείο κατήντησε.
Ήρθε πριν δύο μήνες στο γραφείο μου ένας στρατηγός και τον ρώτησα πόσα
παιδιά έχει. —Δύο, μου απαντά. — Βρε στρατηγέ, του λέω, με τόσο μισθό, μόνο
δύο;… Ήταν ταπεινός. — Μου θυμίζεις την αμαρτία μου, λέει, κι άρχισε να κλαίει.
— Γιατί κλαις, στρατηγέ; του λέω. —Θυμήθηκα τον πατέρα μου, άπαντα. Είμαι από
ένα χωριό της Μάνης. Ο πατέρας μου φτωχός, σκάλιζε τη γη, κλάδευε αμπέλια,
μάζευε ελιές, και έριχνε τα δίχτυα στον Ευρώτα να πιάσει κανένα ψαράκι να φάμε
την Κυριακή. Πόσα παιδιά, λέτε, γέννησε; Δεκαπέντε· κ’ εγώ είμαι ο τελευταίος!
— Πώς έγινε αυτό; — Πίστευε στο Μεγαλοδύναμο, μου άπαντα. Ώ μεγαλεία του Θεού!
Ποιος περίμενε, ότι το τελευταίο παιδί του πάμπτωχου Μανιάτη θα γινόταν
στρατηγός; Βγήκε και ένα βιβλίο στο Παρίσι που υποστηρίζει με επιχειρήματα, ότι
τα τελευταία παιδιά διακρίνονται, γίνονται επιστήμονες, εφευρέτες, στρατηγοί,
ναύαρχοι…. Μέσα στα πολλά παιδιά είναι η ευλογία. Πού είναι τώρα οι πολύτεκνοι;
Εξαφανίστηκαν… Θα μου πει κάποιος· Ποιος σ’ ακούει; δεν πά’ να φωνάζεις…
Κ’ εσύ που λες έτσι, δεν αποκλείεται να είσαι ένοχος. Αν κανείς είναι
ένοχος, να πάει να βρει αυστηρό πνευματικό, να πει το κρίμα του, και ό,τι του
πει ο πνευματικός να το κάνη. Αλλιώς θα χαθεί, θα κολαστεί. Δεν τον σώζει
τίποτε, αν δεν μετανοήσει, κλαύση και πονέσει για να βρει σωτηρία.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου