Απόσπασμα:
Γιατί το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»
π. Χρ.: Οι γέροντες, οι πνευματικοί, οι ασχολούμενοι με τα
πνευματικά, γνωρίζουν πόσο αναγκαία, είναι η ευχή δια την πνευματικήν πρόοδον
και για την πνευματική προκοπή. Γέροντα από την εμπειρία που έχετε ως
πνευματικός, θεωρείται ότι στις ημέρες μας, στη σημερινή εποχή, η ευχή, είναι
τόσο πολύ απαραίτητη δια την πνευματικήν πρόοδο, δια την πνευματική προκοπή;
π. Στ.: Είναι, γιατί είναι σύντομη και εύκολη. Και είναι κάτι
που μπορεί εύκολα να συγκρατεί ο χριστιανός μέσα στο μυαλό του, μέσα στη σκέψη
του. Παρόλο που από την εμπειρία που έχομε όλοι μας ως προσευχόμενοι
χριστιανοί, εάν κάνομε Απόδειπνο ή κάνομε Μεσονυχτικό, ή συμμετέχομε σε μια
ακολουθία, σε ένα μυστήριο, στη θεία Λειτουργία, βλέπομε πόσο εύκολα φεύγει το
μυαλό μας. Επομένως, είναι δυνατόν, χρησιμοποιώντας αυτές τις πέντε
λέξεις, να συγκεντρωνόμαστε ευκολότερα, γι’ αυτό και επιβάλλεται να
λέγεται η ευχή. Άλλωστε, ήταν και διδασκαλία και προτροπή του Αγίου Γρηγορίου
του Παλαμά, η ευχή να διδάσκεται ακόμα και στα σχολεία, αρχίζοντας από το
Δημοτικό.
Η
παντοδυναμία του ονόματος του Ιησού Χριστού
π. Χρ.: Όταν ο Απόστολος Παύλος έλεγε «αδιαλείπτως
προσεύχεσθε», είχε κατά νουν και αυτή την συνεχή προσευχή και ευχή, για να
περάσω εν συνεχεία γέροντα αμέσως στο σκοπό, που γράψατε αυτό το βιβλίο. Ή αυτό
που έλεγε ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, ότι «όσο απαραίτητον είναι να αναπνέει ο
άνθρωπος, άλλο τόσο δια την ψυχή, απαραίτητον είναι να προσεύχεται».
Έχετε αυτά κατά νουν και γράφετε αυτό το βιβλίο; Το γράψατε με κάποιον σκοπόν
φαντάζομαι.
π. Στ.: Ο σκοπός είναι να γνωρίσουν οι χριστιανοί μας, τη
δύναμη του ονόματος του Ιησού Χριστού. Διότι είναι το υπέρ παν όνομα. Και στο
όνομα του Ιησού Χριστού παν γόνυ κάμπτει, και επουρανίων και επιγείων και
προπαντός, καταχθονίων. Η εποχή μας είναι δαιμονοκρατούμενη. Τα δεινά είναι
πολλά. Οι ασθένειες επίσης. Τα προβλήματα πολλά. Γιατί να μην έχομε τη δυνατότητα,
να μπορούμε να επικαλούμεθα, όσο το δυνατόν συχνότερα μπορούμε, αυτό το όνομα,
του Κυρίου μας Ιησού Χριστού: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Σε κάθε στιγμή
της ζωής μας, είτε περπατάμε, είτε είμεθα όρθιοι, είτε είμεθα στη εργασία μας.
Οτιδήποτε και αν κάνομε, ακόμα και στο κρεβάτι. Παντού και πάντοτε, «Κύριε
Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
π. Χρ.: Γέροντα, όταν λέτε ότι η εποχή μας είναι
δαιμονοκρατούμενη, μας λέτε σας παρακαλώ πάρα πολύ, πιο αναλυτικά, τι εννοείτε,
πως αντιλαμβάνεστε, μια εποχή και μια κοινωνία, να ευρίσκεται κάτω, από την
κυριαρχίαν του Διαβόλου. Διάβασα μέσα, κάποια περιστατικά, τα οποία φανερώνουν
τη δαιμονοκρατούμενη εποχή, την αποστασία. Εσείς κατά νουν τι έχετε;
π. Στ.: Κατά νουν, έχω την απομάκρυνση των ανθρώπων από τον
Θεόν. Και όσο ο άνθρωπος απομακρύνεται γενικά και συνολικά και συλλογικά από
τον Θεόν, τόσο και περισσότερον κυριαρχείται από το Κακόν. Άρα το Κακόν
δημιουργεί και ένα είδος δαιμονοκρατίας πάνω στην εποχή μας. Και ας μην
ξεχνάμε, ότι σήμερα τόσα δεινά που συμβαίνουν στην πατρίδα μας, δε μπορεί να
μην έχουν αιτία το Κακόν ή το Διάβολο ή την προσωπική μας αμαρτία και ευθύνη.
Διακόσιες πενήντα χιλιάδες εκτρώσεις το χρόνο, δεν είναι δαιμονοκρατούμενη η
εποχή μας;
π. Χρ.: Είναι.
π. Στ.: Η ύβρις των θείων κατά κόρον, από μικρούς, μεγάλους,
άνδρες γυναίκες και παιδιά, συνήντησα παιδιά, κοριτσάκια μικρά, των έξι ετών,
των επτά, των οκτώ, να βρίζουν τα θεία. Δεν χαρακτηρίζουν και αυτά την εποχή
μας δαιμονοκρατούμενη;
π. Χρ.: Τη χαρακτηρίζουν.
π. Στ.: Ο πανσεξουαλισμός ο οποίος επικρατεί σήμερα σε
παγκόσμιο επίπεδο και πολύ περισσότερο στην εποχή μας που επηρεάστηκε τόσο πολύ
απ’ το δυτικό πνεύμα, δε χαρακτηρίζει και αυτό την εποχή και την πατρίδα μας
δαιμονοκρατούμενη; Γι αυτό το λέω.
π. Χρ.: Όλη λοιπόν αυτή η αποστασία που συμβαίνει
κατεξοχήν στις ημέρες μας και η απομάκρυνση του ανθρώπου από το Θεό και από την
εκκλησία και από την πνευματική ζωή, έχουν οδηγήσει τους ανθρώπους σε αυτές τις
χαοτικές καταστάσεις. Γέροντα, ωραία, ο μοναχός είναι στο κελί του, είναι στο
μοναστήρι του. Έχει την ευχέρεια να λέει συνέχεια «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του
Θεού ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Πόσο εύκολο, και κάτω από ποιες προϋποθέσεις
είναι δυνατόν, εδώ, οι αδελφοί μας και μείς που ζούμε μέσα στον κόσμο να
καλλιεργούμε την ευχή; Είναι εύκολο; Να ’λεγε κανείς, από φυλακής πρωίας μέχρι
νυκτός, «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Όταν ο
νους του ανθρώπου διασπάται, όταν τα προβλήματα μας πιέζουν, όταν οι συνθήκες
της ζωής είναι δύσκολες; Τι λέει η εμπειρία σας πάτερ Στέφανε;
π. Στ.: Η εμπειρία μου λέει ότι ήδη είναι δυνατόν, επειδή
ακριβώς, η προσευχή αυτή είναι μικρή και υπάρχει μία δυνατότητα
αυτοσυγκεντρώσεως του νου του ανθρώπου στις μικρές προσευχές και στις μικρές λέξεις.
Το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» είναι δυνατόν, διότι από τότε που βγήκε και
το βιβλίο, εδώ και πενήντα χρόνια - «Οι περιπέτειες
ενός προσκυνητή», αυτό ήθελαν να μας διδάξουν, τη δυνατότητα του κάθε
χριστιανού, να μπορεί να λέγει και να προσεύχεται, είτε ψιθυριστά, είτε από
μέσα του με τον ενδιάθετο λόγο, να λέγει «Κύριε Ιησού Χριστού ελέησόν με». Άρα,
έχει και τη βοήθεια και του Αγίου Θεού. Όταν λέω ζητώ το έλεος Θεέ μου, ζητώ τη
βοήθειά Του, ζητώ τη συμπαράστασή Του, και τη ζητώ όχι μόνο να ελεηθώ, εξ
αιτίας των αμαρτιών μου διότι είμαι αμαρτωλός, - και ο καθένας από μας είναι
αμαρτωλός, άπαντες γαρ πταίομεν,- αλλά και για να ευλογηθεί και το σπίτι μας,
να ευλογηθεί η οικογένειά μου. Να ευλογηθούν και να λυθούν τα προβλήματά μας.
Να επέμβει η χάρις του Αγίου Θεού την οποία επικαλούμαι συνεχώς.
π. Χρ.: Μου επιτρέπετε λίγο να επιμείνω σε αυτό το
σημείο. Δηλαδή η νοικοκυρά, μαγειρεύει το φαγητό της και λέει την ευχή;
π. Στ.: Ναι!
π. Χρ.: Ο δάσκαλος διδάσκει στο σχολείο και λέει την
ευχή;
Ο παπάς λειτουργεί και λέει την ευχή;
π. Στ.: Μπορεί, Ναι!
Πώς μπορεί ο προσευχόμενος να αρχίσει και να συνηθίσει
την ευχή
π. Χρ.: Ε, είναι ευκολότερο, εδώ λίγο, λίγο να δώσομε
έτσι αυτή την έννοια, αυτή την διάσταση, πώς ο εργαζόμενος στο γραφείο, ο
καθηγητής, ο δάσκαλος, στο γιαπί, ο εργαζόμενος, στο μόχθο και λοιπά, μπορεί να
λέει την ευχή;
π. Στ.: Μπορεί να τη λέει την ευχή αρκεί να κάνει, πώς να το
πει κανείς… και μία προπαίδεια. Όπως προετοιμάζεται ο καθηγητής και ο δάσκαλος
για το μάθημα, και κάθε άλλος επαγγελματίας και τεχνίτης, όπως σπουδάζει αυτός
που θα γίνει γιατρός και ο άλλος που θα γίνει δικηγόρος, κατά τον ίδιον τρόπον
υπάρχει μία περίοδος ας το πούμε τρόπον τινά, κατά την οποίαν προσπαθεί ο
άνθρωπος να εγκολπωθεί εσωτερικά μέσα του όσο το δυνατόν περισσότερο αυτή την
ευχή. Αν, λοιπόν καθιερώσει, κάποια στιγμή του χρόνου, ιδίως τις βραδινές
ώρες, παρά τους θορύβους που έχουν τους εξωτερικούς, και τους
περισπασμούς, να αφιερώσει δέκα λεπτά, και τα δέκα να γίνουν δεκαπέντε και
να γίνουν είκοσι, αυτός αρχίζει και συνηθίζει, να λέγει την ευχή, και
επειδή ακριβώς και στα διαλλείματα κατά τη διάρκεια της ημέρας, όποτε βρίσκει ευκαιρία,
μπορεί να λέγει την ευχή, αρχίζει δηλαδή από μέσα, η ίδια η ψυχή, να λαχταρά
για το όνομα του Ιησού Χριστού. Του γίνεται δηλαδή ένα είδος δίψας και πείνας.
Και «μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες, ότι αυτοί χορτασθήσονται». Είναι σα το
μέλι, που κανένας το γεύεται και θέλει ξανά να το γευτεί, και ξανά και ξανά.
Παρά τις οποιεσδήποτε ασχολίες μπορεί να έχει. Είναι δυνατόν, να
μπορεί να λέγει από μέσα του την ευχή, να τρώει, να συζητά, να μελετά, να
προσέχει, να κάνει οτιδήποτε, γιατί αυτή η εργασία που γίνεται συνειδητά,
αρχίζει κατόπιν και αναλαμβάνει μία πρωτοβουλία. Η ίδια η χάρις του Αγίου Θεού,
και κάνει αυτό που θέλομε εμείς να κάνομε. Αντί για μας. Γι’ αυτό και μπορεί
ανά πάσα στιγμή να λέει και να καλλιεργεί την ευχή.
π. Χρ.: Η ευχή γέροντα έχει κάποιο μυστικό; Δηλαδή ... έχετε
ζήσει και κοντά στο γέροντα Εφραίμ το Φιλοθεΐτη
π. Στ.: Ναι
π. Χρ.: Που καλλιεργεί πάρα πολύ την διδασκαλίαν της ευχής.
Δηλαδή, πώς αρχίζει κάποιος να λέει την ευχή. Μα θα μας ακούσουν τώρα κάποιοι
αδελφοί μας, εδώ στον κόσμο, στην Αμερική, στη Γερμανία, όσοι μπουν μέσα στην
ιστοσελίδα μας, και θα πουν τι λένε αυτοί οι γέροντες εκεί πέρα, τι λέει κει ο
παπα-Στέφανος, πώς αρχίζει κανείς, να μπαίνει μέσα στη νοοτροπία της ευχής, να
γλυκαίνεται η καρδιά του, να εξαγνίζεται ο νους του, και να προχωράει στην
ευχή;
Όπως ακριβώς έχει την ίδια λαχτάρα για να
κάνει προσευχή, να κάνει το απόδειπνο, να πει το «Άσπιλε και αμόλυντε», ή να
πει το «Δός ημίν Δέσποτα», ή να διαβάσει την Παράκληση, ή να πει τους
Χαιρετισμούς απέξω και από μνήμης. Αρχίζει μία προσπάθεια όλος ο άνθρωπος,
διότι η ευχή δεν είναι ανεξάρτητη απ’ τη ζωή της εκκλησίας. Είναι μέσα στην
εκκλησία. Είναι μέρος της εκκλησιαστικής μας χριστιανικής ζωής και η
ευχή, όπως και οι άλλες προσευχές, που έχουν καθιερωθεί από την εκκλησία μας.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου