Καὶ ὁ Θεὸς
μᾶς δοκιμάζει καμιὰ φορὰ νὰ μᾶς ξυπνήσει, νὰ ποῦμε. Σοῦ στέλνει ἕναν πειρασμὸ ὁ
Θεός, ὁ Θεὸς θέλει νὰ σὲ ξυπνήσει, μὴν κοιμᾶσαι· μὴν κοιμᾶσαι, λέγε τὴν εὐχούλα.
Καὶ ὁ ἄνθρωπος,
ὅταν προσεύχεται εἰς τὸ Θεό, ἀπορροφᾶ, τρόπον τινά, τὶς ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ. Ὁ
Θεός, νὰ ποῦμε, εἶναι ἀγαθός, δὲν ὀργίζεται, μακροθυμεῖ. Καὶ ῾σὺ μετὰ τὴν
προσευχή, σοῦ ῾ρχεται ἕνα τέτοιο πράγμα, μακρόθυμος, ὅ,τι νὰ σοῦ κάνει ὁ ἄλφα, ὁ
βήτα, δὲν πειράζει, ἔ, δὲν πειράζει αὐτό. Ἐπειδὴ ἡ χάρις σὲ χαρίτωσε. Θὰ σὲ
κάνει κατόπιν, πῶς νὰ ποῦμε, πάντα προσευχόμενον. Ναί. Ἐπῆρες αὐτὴ τὴν ἰδιότητα,
προσευχόμενος εἰς τὸ Θεό, τὴν πῆρες αὐτὴ τὴν ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ.
Ὅ,τι ὁ
Γέροντας μᾶς παρέδωσε, ἀλλὰ καὶ οἱ νηπτικοὶ Πατέρες στὴ Φιλοκαλία ποὺ γράφουν,
καὶ ὅ,τι ἡ μικρή μας πείρα μᾶς δίδαξε, ἡ καλυτέρα προσευχὴ γίνεται νύχτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου