Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2018

Γέροντας Παϊσιος ο Αγιορείτης - Κατάκριση: Η μεγάλη αδικία (Β)

Όποιος κατακρίνει τους άλλους, πέφτει στα ίδια σφάλματα
- Γέροντα, πώς συμβαίνει, όταν κατακρίνω μια αδελφή για κάποιο σφάλμα της, σε λίγο να κάνω κι εγώ το ίδιο σφάλμα;
- Αν κατακρίνει κανείς τον άλλον για ένα σφάλμα του και δεν καταλάβει την πτώση του, ώστε να μετανοήσει, συνήθως πέφτει στο ίδιο σφάλμα, για να το καταλάβει. Ο Θεός δηλαδή από αγάπη επιτρέπει ο άνθρωπος να αντιγράφει την κατάσταση αυτού  τον οποίο κατέκρινε. Αν πεις λ.χ. ότι κάποιος είναι πλεονέκτης και δεν καταλάβεις ότι κατέκρινες, ο Θεός παίρνει τη Χάρη του και επιτρέπει να πέσεις κι εσύ στη πλεονεξία. Αρχίζεις τότε να μαζεύεις. Μέχρι να καταλάβεις τη πτώση σου και να ζητήσεις συγχώρεση από τον Θεό, θα λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι.
Για να σε βοηθήσω, θα σου πω κάτι από τον εαυτό μου. Όταν ήμουν στην Ιερά Μονή Στομίου, έμαθα για μια συμμαθήτριά μου από το Δημοτικό ότι είχε παραστρατήσει και έκανε ζημιά κάτω στην Κόνιτσα. Προσευχόμουν λοιπόν να τη φωτίσει ο Θεός να ανέβει στο μοναστήρι, για  να της μιλήσω. Είχα ξεχωρίσει και μερικά κομμάτια περί μετανοίας από την Αγία Γραφή και από Πατερικά. Μια μέρα λοιπόν ήρθε με δύο άλλες γυναίκες. Μιλήσαμε και έδειξε ότι κατάλαβε. Στη συνέχεια ερχόταν συχνά με το παιδί της και έφερνε κεριά, λάδι, λιβάνι για τον ναό. Μια φορά κάποιοι γνωστοί προσκυνητές από τη Κόνιτσα μου λένε: «Πάτερ, αυτή η γυναίκα υποκρίνεται. Εδώ φέρνει κεριά κα λιβάνι και κάτω συνεχίζει με τους αξιωματικούς».
Όταν ξαναήρθε, τη βρήκα στην εκκλησία να ασπάζεται τις εικόνες, και της έβαλα τις φωνές: «Φύγε από ‘δώ, της είπα, έχεις βρωμίσει όλη την περιοχή!...». Η καημένη έφυγε κλαίγοντας. Δεν πέρασε πολύ ώρα και αισθάνθηκα μεγάλο σαρκικό πόλεμο. «Τι είναι αυτό; λέω. Ποτέ μου δεν είχα τέτοιον πειρασμό. Τι συμβαίνει;». Δεν μπορούσα να βρω την αιτία. Κάνω προσευχή, τα ίδια. Οπότε παίρνω τον ανήφορο για την Γκαμήλα.«Καλύτερα να με φάνε οι αρκούδες», είπα. Προχώρησα αρκετά μέσα στο βουνό. Ο πειρασμός δεν υποχωρούσε. Βγάζω τότε ένα τσεκουράκι που είχα κρεμασμένο στη μέση μου και δίνω τρεις τσεκουριές στο πόδι μου, μήπως και με τον πόνο φύγει ο πειρασμός. Το παπούτσι γέμισε αίμα, αλλά τίποτε.
Σε μια στιγμή ήρθε στο νου μου εκείνη η γυναίκα και τα λόγια που της είχα πει. «Θεέ μου , είπα τότε, εγώ για λίγο έζησα αυτή την κόλαση και δεν μπορώ να την αντέξω, κι αυτή η ταλαίπωρη που ζει συνέχεια αυτήν την κόλαση!... Συγχώρεσέ με που την κατέκρινα». Αμέσως ένοιωσα μια δροσιά θεϊκή και εξαφανίσθηκε ο πόλεμος. Βλέπεις τι κάνει η κατάκριση;

Αν παραβλέπουμε τα σφάλματα των άλλων, θα παραβλέψει και ο Θεός τα δικά μας
- Γέροντα, σήμερα στη διαλογή των ελιών κατέκρινα μερικές αδελφές, γιατί έβλεπα ότι δεν έκαναν προσεκτικά τη δουλειά τους.
-Κοίταξε να αφήσεις τις κρίσεις και τις κατακρίσεις, γιατί μετά θα σε κρίνει κι εσένα ο Θεός. Εσύ δεν βάζει καμμιά ελιά λίγο χαλασμένη μαζί με τις άλλες;
- Όχι Γέροντα, προσέχω να μη βάζω.
- Αν μας κάνει τόσο καλό διάλεγμα ο Χριστός στην Κρίση, χαθήκαμε! Ενώ, αν τώρα παραβλέπουμε τα σφάλματα των άλλων και δεν τους κατακρίνουμε, θα μπορούμε τότε να πούμε στο Χριστό: «Χριστέ μου, βάλε με κι εμένα σε καμιά άκρη μέσα στο Παράδεισο!». Θυμάστε τι γράφει το γεροντικό για έναν αμελή μοναχό που σώθηκε γιατί δεν κατέκρινε; Όταν ήρθε η ώρα να πεθάνει, ήταν πολύ χαρούμενος και ειρηνικός. Τότε ο Γέροντάς του, για να ωφεληθούν οι Πατέρες που είχαν μαζευτεί από τα γύρω Κελιά, τον ρώτησε: «Αδελφέ, πώς και δεν φοβάσαι τον θάνατο, αφού έζησες με αμέλεια;». Και ο αδελφός του απάντησε: «Είναι αλήθεια ότι έζησα με αμέλεια. Από τότε όμως που έγινα μοναχός προσπάθησα να μην κατακρίνω κανέναν, οπότε τώρα θα πω στον Χριστό: Χριστέ μου, είμαι ένας ταλαίπωρος, αλλά τουλάχιστον την εντολή Σου: ¨Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε¨[8], την τήρησα». « Μακάριος είσαι αδελφέ, του είπε τότε ο Γέροντας, γιατί σώθηκες χωρίς κόπο».
- Γέροντα, μερικοί πνευματικοί άνθρωποι, όταν βλέπουν κάποιον να ζει αμαρτωλά, λένε: «Α, αυτός, έτσι που πάει, είναι για την κόλαση!».
- Αχ, αν οι κοσμικοί άνθρωποι πάνε στη κόλαση από μας καταχρήσεις, οι πνευματικοί άνθρωποι θα πάνε από μας κατακρίσεις... Για κανέναν δεν μπορούμε να πούμε ότι θα πάει στην κόλαση. Ο Θεός δεν ξέρουμε πώς εργάζεται. Τα κρίματα του Θεού είναι άβυσσός. Κανέναν να μη καταδικάζουμε, γιατί έτσι παίρνουμε την κρίση από τα χέρια του Θεού. Πάμε να γίνουμε Θεοί. Αν μας ρωτήσει ο Χριστός την ημέρα μας Κρίσεως, μας πούμε τη γνώμη μας...
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 – Ο αγώνας κατά μας κατακρίσεως
Αν στραφούμε στον εαυτό μας, δεν θα κατακρίνουμε
- Γέροντα, όταν βλέπω κάποια αταξία στο διακόνημα, κατακρίνω μέσα μου.
- Εσύ, να κοιτάς την ευταξία την δική σου και τις αταξίες των άλλων. Να είσαι αυστηρή με τον εαυτό σου και όχι με τους άλλους. Τι δουλειά έκανες σήμερα;
- Ξεσκόνιζα.
- Ξεσκόνιζες τους άλλους ή τον εαυτό σου;
- Δυστυχώς τους άλλους.
- Κοίταξε, θα αρχίσεις να κάνεις δουλειά στον εαυτό σου, όταν πάψεις να ασχολείσαι με το τι κάνουν οι άλλοι γύρω σου. Αν ασχολείσαι με τον εαυτό σου και πάψεις να ασχολείσαι με τους άλλους, θα βλέπεις μόνον τα δικά σου σφάλματα και στους άλλους δεν θα βρίσκεις κανένα σφάλμα. Τότε θα απελπιστείς με τη καλή έννοια από τον εαυτό σου και θα κατακρίνεις μόνον τον εαυτό σου. Θα αισθάνεσαι την αμαρτωλότητά σου και θα αγωνίζεσαι να απαλλαγείς από τις αδυναμίες σου. Ύστερα, όταν θα βλέπεις στους άλλους κάποια αδυναμία, θα λες: «Μήπως εγώ ξεπέρασα τις αδυναμίες μου; Πώς λοιπόν έχω τέτοια απαίτηση από τους άλλους;». Γι’ αυτό να μελετάς και να παρακολουθείς συνέχεια τον εαυτό σου, για να αποφεύγεις την κρυφή υπερηφάνεια, και να έχεις αυτομεμψία με διάκριση, για να αποφεύγεις την εσωτερική κατάκριση. Έτσι θα διορθωθείς.
- Γέροντα, ο Αββάς Ισαάκ γράφει: «Εάν αγαπάς την καθαρότητα, εισελθών έργασαι εν τη αμπέλω της καρδίας σου, εκρίζωσον εκ της ψυχής σου τα πάθη, έργασαι μη γνώναι κακίαν ανθρώπου». Τι εννοεί;
- Εννοεί να στραφείς στον εαυτό σου και να κάνεις δουλειά στον εαυτό σου. Οι άγιοι πώς αγίασαν; Είχαν στραφεί στον εαυτό τους και έβλεπαν μόνον τα δικά τους πάθη. Με την αυτοκριτική και την αυτομεμψία που είχαν, έπεσαν τα λέπια από τα μάτια της ψυχής τους, και έφτασαν να βλέπουν καθαρά και βαθιά. Έβλεπαν τον εαυτό τους κάτω απ’ όλους τους ανθρώπους και όλους τους θεωρούσαν καλύτερους από τον εαυτό τους.
Τα δικά τους σφάλματα τα έβλεπαν μεγάλα και τα σφάλματα των άλλων πολύ μικρά, γιατί έβλεπαν με τα μάτια της ψυχής τους και όχι με τα γήινα μάτια. Έτσι εξηγείται όταν έλεγαν: «Εγώ είμαι χειρότερος απ’ όλους τους ανθρώπους». Τα μάτια της ψυχής τους είχαν καθαρίσει και είχαν γίνει διόπτρες γι’ αυτό κα έβλεπαν τα μικρά τους σφάλματα – τα ξυλαράκια – σαν δοκάρια. Εμείς όμως, ενώ τα σφάλματά μας είναι δοκάρια, δεν τα βλέπουμε ή τα βλέπουμε σαν ξυλαράκια. Κοιτάμε τους άλλους με το μικροσκόπιο και βλέπουμε τα δικά τους αμαρτήματα μεγάλα, ενώ τα δικά μας δεν τα βλέπουμε, γιατί δεν καθάρισαν τα μάτια της ψυχής μας.
Η βάση είναι να καθαρίσουν τα μάτια της ψυχής. Όταν ο Χριστός ρώτησε τον τυφλό: «Πώς βλέπεις τώρα τους ανθρώπους;», εκείνος Του απάντησε: «σαν δένδρα»[3], γιατί δεν είχε αποκατασταθεί όλο το φως του. Όταν αποκαταστάθηκε όλο το φως του, τότε τα έβλεπε όλα καθαρά. Θέλω να πω ότι ο άνθρωπος, όταν φτάσει σε καλή πνευματική κατάσταση όλα τα βλέπει καθαρά, όλα τα σφάλματα των άλλων τα δικαιολογεί, με την καλή έννοια, γιατί τα βλέπει με το θεϊκό μάτι και όχι με το ανθρώπινο.
Αν δικαιολογούμε τους άλλους, Δεν θα τους κατακρίνουμε
- Γέροντα, όταν μου περνούν λογισμοί υπερηφανείας και κατακρίσεως, προσπαθώ να δικαιολογώ τους άλλους. Αυτό είναι πτώση ή αγώνας;
- Αγώνας είναι. Όταν κάποιος χαζεύει με ανοιχτό το στόμα και μπει μια μύγα μέσα στο στόμα του, θα την φτύσει. Αλλά καλύτερα να προσέχει να μην μπει.
- Συχνά όμως, Γέροντα, βλέποντας τι κάνουν οι άλλοι τους κατακρίνω.
- Εδώ που τα λέμε, δεν μπορείς να μη βλέπεις τι γίνεται γύρω σου. Πρέπει όμως να αποκτήσεις διάκριση, ώστε να δίνεις στους άλλους ελαφρυντικά και να τους δικαιολογείς. Τότε θα τους βλέπεις σε καλή κατάσταση.
- Γέροντα, την ώρα της Ακολουθίας έχω λογισμούς γιατί μια αδελφή δεν έρχεται στο αναλόγιο να ψάλει, γιατί μια άλλη ψάλει σιγανά και συνέχεια κατακρίνω.
- Ε, καλά, γιατί δεν σκέφτεσαι ότι η αδελφή ίσως είναι κουρασμένη ή είχε έναν πόνο και δεν μπόρεσε να κοιμηθεί, και γι’ αυτό δεν ψάλει; Ξέρω αδελφές που, και άρρωστες να είναι και να μη μπορούν να σύρουν τα πόδια τους από τον πυρετό, θα αγωνισθούν να μη γίνει αυτό αντιληπτό, για να μην της πουν να φύγουν από το διακόνημα και πάει άλλη αδελφή στη θέση τους και δυσκολευθεί. Αυτό δε σε συγκινεί;
- Με συγκινεί, Γέροντα, αλλά δεν καταφέρνω να δικαιολογήσω πάντα μια αδελφή, όταν φέρεται άσχημα.
- Σκέφθηκες ποτέ ότι η αδελφή μπορεί να φέρεται άσχημα, για να κρύψει την αρετή της; Εγώ γνωρίζω ανθρώπους που κάνουν επίτηδες αταξίες και τους κακολογούν όσοι δεν ασχολούνται με τον εαυτό τους. Ή μπορεί κάποια αδελφή να φερθεί άσχημα, επειδή είναι κουρασμένη, αλλά αμέσως μετανοιώνει. Εσύ την κατακρίνεις, ενώ εκείνη έχει ήδη μετανοιώσει για την άσχημη συμπεριφορά της. Στα μάτια των ανθρώπων είναι ταπεινωμένη, στα μάτια όμως Του Θεού είναι ψηλά.
- Γέροντα, έχω μια στενότητα. Δεν έρχομαι στη θέση του άλλου, για να τον δικαιολογήσω.
- Να βλέπεις με πόνο τον άλλον που σφάλλει και να δοξάζεις τον Θεό για όσα σου έχει δώσει, γιατί μετά ο Θεός θα σου πει: «Εγώ, παιδί μου, τόσα σου έδωσα, κι εσύ γιατί μου φέρθηκες σκληρά;». Να βλέπεις πλατιά τα πράγματα. Να σκέφτεσαι το παρελθόν του ανθρώπου, τις ευκαιρίες που του δόθηκαν να καλλιεργήσει τον εαυτό του και τις ευκαιρίες που είχες εσύ και δεν τις αξιοποίησες. Έτσι, θα συγκινηθείς από τις δωρεές που σου χάρισε ο Θεός, θα τον δοξολογήσεις γι’ αυτές και θα ταπεινωθείς, επειδή δεν ανταποκρίθηκες. Παράλληλα θα νοιώσεις αγάπη και πόνο για τον αδελφό που δεν είχε τις δικές σου ευκαιρίες και θα κάνεις γι’ αυτόν καρδιακή προσευχή.
Υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν εγκλήματα μεγάλα, αλλά έχουν πολλά ελαφρυντικά. Ποιος ξέρει οι άνθρωποι αυτοί πώς είναι στα μάτια του Θεού; Εάν δεν μας βοηθούσε ο Θεός, μπορεί και ‘μεις να ήμασταν αλήτες. Κάποιος εγκληματίας έκανε λ.χ. είκοσι εγκλήματα και τον κατακρίνω και δεν σκέφτομαι τι παρελθόν έχει. Ποιος ξέρει πόσα εγκλήματα έκανε ο πατέρας του!... Από μικρό παιδί τι κλοπές θα τον έβαζαν να κάνει! Ύστερα, όταν ήταν νέος, πόσα χρόνια θα έζησε μέσα στις φυλακές και θα καθοδηγήθηκε από άλλους έμπειρους φυλακισμένους. Αυτός θα μπορούσε να είχε κάνει όχι είκοσι αλλά σαράντα εγκλήματα και συγκρατήθηκε. Ενώ εγώ με τη κληρονομικότητα και την αγωγή που είχα, θα έπρεπε τώρα να έκανα θαύματα. Έκανα; Όχι. Άρα είμαι αναπολόγητος. Αλλά, ακόμη και είκοσι θαύματα αν έκανα, ενώ μπορούσα να κάνω σαράντα, πάλι θα ήμουν αναπολόγητος. Με αυτούς τους λογισμούς διώχνουμε την κατάκριση και ανοίγουμε μια ρωγμή στην σκληρή καρδιά μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

«Ἀββᾶ, πές μου κάποιον λόγο, πῶς θά μπορέσω νά σωθῶ;»

22. Στὶς ἀρχὲς τῆς μοναχικῆς του ζωῆς ὁ ἴδιος ὁ ἀββᾶς Εὐπρέπιος ἐπισκέφθηκε κάποιον Γέροντα καὶ τοῦ εἶπε: «Ἀββᾶ, πές μου κάποιον λόγο, πῶς...