– Γέροντα, τί εἶναι θεία δικαιοσύνη;
– Θεία δικαιοσύνη εἶναι νὰ κάνης
αὐτὸ ποὺ ἀναπαύει τὸν ἄλλον. Ἂν ἔχης λ.χ. νὰ μοιρασθῆς κάτι μὲ κάποιον ἄλλον,
νὰ τοῦ δώσης ὄχι τὸ μισὸ ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἔχεις, ἀλλὰ ὅσο θέλει ἐκεῖνος.
Νὰ τοῦ πῆς: «Πόσα θέλεις; δυόμισι; τρία; πάρ᾿ τα». Νὰ δίνης τὰ καλὰ καὶ νὰ κρατᾶς τὰ σάπια. Νὰ δίνης τὰ περισσότερα καὶ νὰ κρατᾶς τὰ λιγώτερα. Νά, πὲς πὼς μᾶς φέρνει τώρα μιὰ ἀδελφὴ δέκα δαμάσκηνα. Ἂν ἐγὼ ἀπὸ λαιμαργία φάω τὰ ὀκτὼ καὶ σοῦ ἀφήσω τὰ δύο, θὰ σὲ ἀδικήσω. Ἂν πῶ: «ἀφοῦ εἴμαστε δύο, θὰ φάω τὰ πέντε καὶ θὰ σοῦ ἀφήσω τὰ ἄλλα πέντε», τότε ἔχω τὴν ἀνθρώπινη δικαιοσύνη. Ἂν ὅμως δῶ ὅτι σοῦ ἀρέσουν τὰ δαμάσκηνα καὶ φάω μόνον ἕνα καὶ σοῦ πῶ: «κάνε ἀγάπη νὰ φᾶς ἐσὺ τὰ ὑπόλοιπα, γιατὶ ἐμένα δὲν μοῦ πολυαρέσουν, ἀλλὰ μὲ πειράζουν καὶ στὰ ἔντερα», τότε ἔχω τὴν θεία δικαιοσύνη.
Νὰ τοῦ πῆς: «Πόσα θέλεις; δυόμισι; τρία; πάρ᾿ τα». Νὰ δίνης τὰ καλὰ καὶ νὰ κρατᾶς τὰ σάπια. Νὰ δίνης τὰ περισσότερα καὶ νὰ κρατᾶς τὰ λιγώτερα. Νά, πὲς πὼς μᾶς φέρνει τώρα μιὰ ἀδελφὴ δέκα δαμάσκηνα. Ἂν ἐγὼ ἀπὸ λαιμαργία φάω τὰ ὀκτὼ καὶ σοῦ ἀφήσω τὰ δύο, θὰ σὲ ἀδικήσω. Ἂν πῶ: «ἀφοῦ εἴμαστε δύο, θὰ φάω τὰ πέντε καὶ θὰ σοῦ ἀφήσω τὰ ἄλλα πέντε», τότε ἔχω τὴν ἀνθρώπινη δικαιοσύνη. Ἂν ὅμως δῶ ὅτι σοῦ ἀρέσουν τὰ δαμάσκηνα καὶ φάω μόνον ἕνα καὶ σοῦ πῶ: «κάνε ἀγάπη νὰ φᾶς ἐσὺ τὰ ὑπόλοιπα, γιατὶ ἐμένα δὲν μοῦ πολυαρέσουν, ἀλλὰ μὲ πειράζουν καὶ στὰ ἔντερα», τότε ἔχω τὴν θεία δικαιοσύνη.
– Δηλαδὴ ἀνθρώπινη δικαιοσύνη ποιά εἶναι;
– Ἀνθρώπινη δικαιοσύνη εἶναι, ἂν πρέπη λ.χ. νὰ μοιρασθῆς κάτι μὲ κάποιον
ἄλλον, νὰ δίνης τὸ μισὸ καὶ νὰ κρατᾶς τὸ ἄλλο μισό.
– Γέροντα, τί θέση ἔχει ἡ ἀνθρώπινη
δικαιοσύνη στὴν πνευματικὴ ζωή;
– Ἡ ἀνθρώπινη δικαιοσύνη δὲν εἶναι γιὰ τοὺς πνευματικοὺς ἀνθρώπους· εἶναι
φρένο γιὰ τοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους. Ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος εἶναι ἀνόητος, ἂν ἀποβλέπη
σ᾿ αὐτήν, γιατὶ μπροστὰ στὴν θεία δικαιοσύνη ἡ ἀνθρώπινη εἶναι μηδέν. Ἀλλὰ καὶ ὁ
κοσμικὸς ἄνθρωπος, ἂν πετύχη κάτι σ᾿ αὐτὴν τὴν ζωὴ ἐφαρμόζοντας τὴν ἀνθρώπινη
δικαιοσύνη, δὲν θὰ ἔχη τὴν πραγματικὴ χαρὰ καὶ ἀνάπαυση.
Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι δύο ἀδέλφια ἔχουν ἕνα κτῆμα δέκα στρέμματα. Ἀνθρώπινη δικαιοσύνη
εἶναι νὰ πάρη ὁ καθένας ἀπὸ πέντε στρέμματα. Θεία δικαιοσύνη εἶναι νὰ πάρη ὁ
καθένας αὐτὸ ποὺ ἔχει ἀνάγκη. Ἂν δηλαδὴ ὁ ἕνας ἀδελφὸς ἔχη ἑπτὰ παιδιὰ καὶ ὁ ἄλλος
δύο ἢ ἡ δουλειὰ τοῦ ἑνὸς εἶναι κατώτερη ἀπὸ τὴν δουλειὰ τοῦ ἄλλου, πρέπει νὰ πάρη
περισσότερο ἐκεῖνος ποὺ ἔχει μεγαλύτερη ἀνάγκη. Σ᾿ αὐτὴν τὴν περίπτωση εἶναι ἀδικία
νὰ πάρη ὁ δεύτερος ὅσα καὶ ὁ πρῶτος.
Ὁ κοσμικὸς ἄνθρωπος ὅμως δὲν λαμβάνει ὑπ᾿ ὄψιν του ὅτι ὁ ἀδελφός του δυσκολεύεται νὰ τὰ βγάλη πέρα. Δὲν καταλαβαίνει ὅτι ἡ μοιρασιὰ ποὺ πάει νὰ κάνη εἶναι ἄδικη, γιατὶ δὲν σκέφτεται πνευματικά. Τοῦ λές: «πρέπει νὰ βοηθήσης τὴν οἰκογένειά σου νὰ δεχθῆ νὰ δώσης περισσότερα στὸν ἀδελφό σου ποὺ ἔχει ἀνάγκη» καὶ σοῦ λέει: «Γιατί; δὲν τὸν ἀδικῶ»!
Ἐὰν ἦταν πνευματικὸς ἄνθρωπος, ἀκόμα καὶ ἂν ἡ γυναίκα του καὶ τὰ παιδιά του ἀντιδροῦσαν, ἔπρεπε νὰ τοὺς πείση νὰ δεχθοῦν ὅ,τι τοῦ δώση ὁ ἀδελφός του. Ἂν ὁ ἀδελφός του ἔλεγε: «ἐσὺ θὰ πάρης ἕνα στρέμμα», νὰ ἔπαιρνε τὸ ἕνα, χωρὶς νὰ πῆ τίποτε, γιὰ νὰ νιώθη ἄνετα ὁ ἀδελφός του ποὺ πῆρε τὰ ὑπόλοιπα. Πάντως τὸ Εὐαγγέλιο κάνει τὴν καλύτερη μοιρασιά.
Ὁ κοσμικὸς ἄνθρωπος ὅμως δὲν λαμβάνει ὑπ᾿ ὄψιν του ὅτι ὁ ἀδελφός του δυσκολεύεται νὰ τὰ βγάλη πέρα. Δὲν καταλαβαίνει ὅτι ἡ μοιρασιὰ ποὺ πάει νὰ κάνη εἶναι ἄδικη, γιατὶ δὲν σκέφτεται πνευματικά. Τοῦ λές: «πρέπει νὰ βοηθήσης τὴν οἰκογένειά σου νὰ δεχθῆ νὰ δώσης περισσότερα στὸν ἀδελφό σου ποὺ ἔχει ἀνάγκη» καὶ σοῦ λέει: «Γιατί; δὲν τὸν ἀδικῶ»!
Ἐὰν ἦταν πνευματικὸς ἄνθρωπος, ἀκόμα καὶ ἂν ἡ γυναίκα του καὶ τὰ παιδιά του ἀντιδροῦσαν, ἔπρεπε νὰ τοὺς πείση νὰ δεχθοῦν ὅ,τι τοῦ δώση ὁ ἀδελφός του. Ἂν ὁ ἀδελφός του ἔλεγε: «ἐσὺ θὰ πάρης ἕνα στρέμμα», νὰ ἔπαιρνε τὸ ἕνα, χωρὶς νὰ πῆ τίποτε, γιὰ νὰ νιώθη ἄνετα ὁ ἀδελφός του ποὺ πῆρε τὰ ὑπόλοιπα. Πάντως τὸ Εὐαγγέλιο κάνει τὴν καλύτερη μοιρασιά.
Μοῦ κάνει ἐντύπωση ἡ ἀρχοντιὰ τοῦ Ἀβραάμ. Ὅταν μάλωναν οἱ τσομπάνηδες τοῦ
Λὼτ καὶ τοῦ Ἀβραὰμ γιὰ τὰ βοσκοτόπια, πῆγε ὁ Ἀβραὰμ στὸν Λὼτ καὶ τοῦ εἶπε: «Δὲν
κάνει νὰ μαλώνουμε· εἴμαστε συγγενεῖς. Ποῦ σὲ ἀναπαύει ἐσένα νὰ πᾶς; Θέλεις νὰ
πᾶς ἀπὸ ᾿δῶ ἢ θέλεις νὰ πᾶς ἀπὸ ᾿κεῖ;». Ὁ Λὼτ κινήθηκε καὶ λίγο ἀνθρώπινα καὶ
διάλεξε τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα, γιατὶ εἶχαν πρασινάδα καὶ βοσκοτόπια, καὶ τί ἔπαθε
μετά! Ὁ Ἀβραὰμ κινήθηκε μὲ τὴν θεία δικαιοσύνη, θέλησε νὰ ἀναπαύση τὸν Λώτ, καὶ
χάρηκε κιόλας ποὺ ὁ Λὼτ πῆγε στὸν καλύτερο τόπο.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Γ’
«Πνευματικὸς Ἀγώνας»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου