– Γέροντα, μερικὲς φορὲς αἰσθάνομαι ἔντονα
τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ πονῶ βλέποντας τὴν δική μου ἀχαριστία.
– Εὔχομαι νὰ ἀνταποκριθῆς στὶς πολλὲς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ. «Τὸ ἔλεός
Σου, Κύριε, καταδιώξει με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου»1, ἔλεγε ὁ Δαβίδ. Νὰ τὸ
λὲς κι ἐσύ, γιατὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι αὐτὸ συμβαίνει καὶ σ᾿ ἐσένα· ἀλλὰ καὶ πάλι
εἶναι ἀλήθεια ὅτι τὸ ἀναγνωρίζεις καὶ εὐχαριστεῖς καὶ δοξολογεῖς τὸν Θεό.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀναγνωρίζη τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τότε καὶ ὁ Θεὸς τὸν
...«βομβαρδίζει» μὲ τὴν ἀγάπη Του. Ἴσως παραξενευθῆτε μὲ τὴν λέξη «βομβαρδίζει»,
ἀλλά, γιὰ νὰ διαλυθῆ τὸ πουρὶ ἢ ὁ γρανίτης ποὺ εἶναι γύρω ἀπὸ τὴν καρδιά μας,
χρειάζονται βόμβες θεϊκὲς ποὺ νὰ ἔχουν ὡς ὕλη ἐκρηκτικὴ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὅταν
πιὰ διαλυθῆ ὁ σκληρὸς αὐτὸς φλοιός, τότε ἡ καρδιὰ γίνεται εὐαίσθητη καὶ ὁ ἄνθρωπος
συγκινεῖται ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὶς πιὸ μικρὲς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ. Αἰσθάνεται
καταχρεωμένος στὸν Θεὸ καὶ εἶναι συνέχεια κατασυγκινημένος, διότι, ἐνῶ σκέφτεται
πῶς νὰ ξεχρεωθῆ, ὁ Θεὸς τοῦ δίνει ὅλο καὶ περισσότερες εὐλογίες, μέχρι ποὺ λειώνει
ἡ ψυχὴ ἡ φιλότιμη ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του.
– Γέροντα, γιατί μᾶς ἀγαπάει τόσο πολὺ ὁ
Θεός;
– Γιατὶ μᾶς ἔχει παιδιά Του· περισσότερα δὲν μπορῶ νὰ σᾶς πῶ!
– Γέροντα, ἐὰν κανείς, παρόλο ποὺ ἀγωνίζεται,
ἔχη συνεχῶς τὶς ἴδιες πτώσεις, δὲν δυσαρεστεῖ τὸν Θεό, δὲν Τὸν ἀπογοητεύει;
– Μήπως ὁ Θεὸς περιμένει προκοπὴ ἀπὸ μᾶς; Ὄχι. Εἴμαστε ὅμως παιδιά Του
καὶ μᾶς ἀγαπάει ὅλους τὸ ἴδιο. Εἶδα μιὰ φορὰ κάποιον πατέρα, ποὺ εἶχε κι ἕνα
χαζούλικο παιδάκι ποὺ ἔτρεχαν οἱ μύξες του καὶ τὶς σκούπιζε μὲ τὰ μανίκια του, ἀλλὰ
τὸ ἔσφιγγε καὶ αὐτὸ στὴν ἀγκαλιά του καὶ τὸ φιλοῦσε καὶ τὸ χάιδευε ὅπως καὶ τὰ ἄλλα.
Ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς σὰν Καλὸς Πατέρας δὲν ἀγαπάει μόνον τὰ χαριτωμένα παιδιά Του, ἀλλὰ
καὶ τὰ πνευματικὰ ἀδύνατα, γιὰ τὰ ὁποῖα μάλιστα πονάει καὶ ἐνδιαφέρεται περισσότερο.
Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ συλλάβη πόσο ἀγαπάει ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο! Ἡ ἀγάπη
Του δὲν συγκρίνεται μὲ τίποτε! Δὲν ἔχει ὅρια! Εἶναι τόσο μεγάλη πού, κάτι ἐλάχιστο
ἂν αἰσθανθῆ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν ἀγάπη αὐτήν, ἡ πήλινη καρδιά του δὲν μπορεῖ νὰ τὴν
ἀντέξη· διαλύεται, γιατὶ εἶναι πηλός.
Ὁ Θεὸς πολλὲς φορὲς ἐπιτρέπει νὰ πέση ἄφθονη ἡ ἀγάπη Του στὰ πλάσματά
Του καὶ τότε ἡ ψυχή μας θερμαίνεται καὶ βλέπουμε ὅτι εἶναι τόσο γλυκειὰ ἡ θεία ἀγάπη,
τόσο μεγάλη, ποὺ δὲν τὴν ἀντέχουμε καὶ φθάνουμε στὸ σημεῖο νὰ ποῦμε: «Θεέ μου,
φθάνει! Ἐλάττωσε λίγο τὴν ἀγάπη Σου, γιατὶ δὲν τὴν ἀντέχω». Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ
Θεὸς θέλει νὰ μᾶς δείξη ὅτι ἀπὸ μέρους Του ὑπάρχει ὅλη ἡ διάθεση νὰ μᾶς δώση ἄφθονη
τὴν ἀγάπη Του, ἀλλὰ δὲν τὸ κάνει, γιατὶ ἡ μπαταρία μας εἶναι μικρή. Χρειάζεται
νὰ τὴν μεγαλώσουμε, ὥστε νὰ χωράη περισσότερη θεία ἀγάπη, γιατὶ τὸ θεῖο ρεῦμα τῆς
ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ἔρχεται σ᾿ ἐμᾶς ἀνάλογα μὲ τὴν χωρητικότητά μας.
– Γέροντα, πῶς θὰ αὐξηθῆ αὐτὴ ἡ χωρητικότητα;
– Ὅσο θὰ καθαρίζεται ἡ καρδιά μας, τόσο θὰ αὐξάνεται ἡ χωρητικότητά της
καὶ τόσο θὰ δεχώμαστε τὴν θεϊκὴ ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι ἀπεριόριστη καὶ ἀχώρητη καὶ
ἀνεξάντλητη.
Ἡ
καλὴ μοιρασιὰ τῆς ἀγάπης
– Μπορεῖ, Γέροντα, ἡ ἀγάπη μου πρὸς ἕναν
Ἅγιο νὰ ἐλαττώση τὴν ἀγάπη μου πρὸς τὸν Θεό;
– Ὄχι, γιατί, ὅταν κανεὶς ἔχη μεγάλη εὐλάβεια γιὰ ἕναν Ἅγιο καὶ τὸν ἀγαπᾶ
πολύ, ἐκεῖ κρύβεται ἡ μεγάλη ἀγάπη καὶ εὐλάβεια πρὸς τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ πρὸς
τὴν Παναγία.
Ὅποιος τιμάει τοὺς Ἁγίους, ἀναμφιβόλως τιμάει πολὺ περισσότερο τὴν
Παναγία. Ὅπως, ἐπίσης, αὐτὸς ποὺ τιμάει πολὺ τὴν Παναγία, φυσικά, τιμάει περισσότερο
τὴν Παναγία Τριάδα. Καὶ βλέπεις, ὅταν ἔχης ἐπαφὴ μὲ ἕναν Ἅγιο καὶ νιώθης μεγάλη
εὐγνωμοσύνη πρὸς αὐτόν, θὰ μποροῦσες ἀκόμη καὶ νὰ θυσιασθῆς γι᾿ αὐτόν. Ἀλλά, ἂν
θυσιαζόσουν γιὰ ἕναν Ἅγιο, πάλι γιὰ τὸν Θεὸ δὲν θὰ θυσιαζόσουν;
Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστό, πρὸς τὴν Παναγία, πρὸς τοὺς Ἁγίους εἶναι μεγάλη
ὑπόθεση. Εἶναι μιὰ ἀγάπη ποὺ δὲν συγκρίνεται μὲ καμμιὰ ἄλλη ἀγάπη. Εἶναι σίγουρη·
βρίσκεις ἀνταπόκριση.
– Γέροντα, μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀγαπάη τὸν
Θεὸ καὶ νὰ μὴν ἀγαπάη τοὺς ἀνθρώπους;
– Ὄχι, γιατί, ὅταν ἀγαπᾶς τὸν Θεό, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν ἀγαπᾶς τὴν
εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, τὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεὸ φέρνει τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν
πλησίον, διότι ὅποιος πλησιάζει στὸν Θεὸ εἶναι πλησίον ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ὅπως
καὶ οἱ Ἅγιοι. Ἀλλὰ καὶ στὴν ἀγάπη μας πρὸς τὸν πλησίον κρύβεται ἡ μεγάλη ἀγάπη
μας πρὸς τὸν Θεό.
Ὅταν δώση κανεὶς τὴν καρδιά του στὸν Θεό, ὅλα τὰ ἀγαπάει· ὄχι μόνον ὅλους
τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ τὰ πουλιὰ καὶ τὰ δένδρα, ἀκόμη καὶ τὰ φίδια. Τότε
προσκυνάει μὲ εὐλάβεια ὄχι μόνον τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους ἀλλὰ καὶ τὶς εἰκόνες
τοῦ Θεοῦ, τοὺς ἀνθρώπους. Κι ὅλα τὰ δημιουργήματα, μεγάλα ἢ μικρά, πολύτιμα ἢ ἀσήμαντα
πετραδάκια καὶ ξυλάκια, τὰ παίρνει μὲ εὐλάβεια καὶ τὰ ἀσπάζεται, σὰν εὐλογία ἀπὸ
τὸν Δημιουργό του, ὅπως ἀσπάζεται κανεὶς ἕνα μικρὸ ἢ μεγάλο ἀντικείμενο ποὺ παίρνει
εὐλογία ἀπὸ κάποιο σεβαστό του πρόσωπο.
1 Προκείμενον Ἑσπερινοῦ Τρίτης. Βλ. καὶ Ψαλμ. 22, 6.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου