Απόσπασμα:
«Είναι δε
χαρακτηριστικό, ότι και όλοι οι μετέπειτα εθνικοί
διχασμοί μας θα έχουν σημείο αναφοράς την
Δύση και στην στάση μας απέναντί της. Αποφασιστικά επηρέασε την στάση
της ορθοδόξου Ανατολής έναντι της Δύσεως η άλωση
του 1204 (σημείωση ιστολογίου: από τους Σταυροφόρους) και ο θεσμός
της Ουνίας (μετά το 1215), ως πολιορκητικής μηχανής της Φραγκίας στην Ελληνορθόδοξη Ανατολή.
Το φιλοδυτικό ρεύμα αποτελούσαν κυρίως διανοούμενοι και πολιτικοί, ουνίτες ή ουνιτίζοντες. Οι πρώτοι,
διότι ταυτίζονταν στις θεωρητικές τους αναζητήσεις με τους Δυτικούς σχολαστικούς,
ενώ οι δεύτεροι και για λόγους σκοπιμότητας (προσδοκία στρατιωτικής βοήθειας
στην αντιμετώπιση του οθωμανικού κινδύνου).
Οι Ανθενωτικοί, δηλαδή, ο Κλήρος, οι Μοναχοί και το ευρύ Λαϊκό σώμα,
διατηρούσαν μόνιμη, μετά το 1204, δυσπιστία έναντι της Δύσεως. Ο
«αντιδυτικισμός», βέβαια, δεν ήταν αθεμελίωτος, ούτε οφειλόταν σε απλή
μισαλλοδοξία. Στηριζόταν σέ πολύ καλή γνώση της
φραγκολατινικής Δύσεως και των μονίμων διαθέσεών της απέναντι στην
Ανατολή, που δεν άλλαξε μέχρι σήμερα.
Ο αντιδυτικισμός της Ανατολής συνιστούσε περισσότερο αυτοάμυνα και
αυτοπροστασία. Είχε ερείσματα πνευματικά και κοινωνικοπολιτικά. Την επίγνωση
της πνευματικής αλλοτριώσεως της χριστιανικής παράδοσης στην Δύση, του
φραγκικού επεκτατισμού και της εκφράγκευσης του πατριαρχείου της Παλαιάς Ρώμης
(1046), ως και της μεταβολής του σε παπικό-κοσμικό κράτος, με όλες τις ευνόητες
συνέπειες, ως σήμερα! «Είναι το Βατικανό Εκκλησία;», ήταν το ρητορικό ερώτημα
του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ.
Εξ άλλου, συνείδηση των Ανθενωτικών ήταν, ότι την Ελληνορθόδοξη
ταυτότητα δεν την απειλούσαν τόσο οι Οθωμανοί, όσο οι Φραγκολατίνοι. Η
συνείδηση αυτή των Ανθενωτικών θα κωδικοποιηθεί στο
κήρυγμα του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού (18ος αι).
«Και διατί δεν ήφερεν ο Θεός άλλον βασιλέα, που
ήταν τόσα ρηγάτα εδώ κοντά να τους το δώση, μόνο ήφερε τον Τούρκον μέσαθεν από
την Κόκκινην Μηλιά και του το εχάρισεν; Ήξερεν ο Θεός πως τα άλλα ρηγάτα μας
βλάπτουν εις την πίστιν, και (= ενώ) ο Τούρκος, δεν μας βλάπτει. Άσπρα δώσ’ του
και καβαλλίκευσέ τον από το κεφάλι. Και δια να μη κολασθούμεν, το έδωσε του
Τούρκου και τον έχει ο Θεός τον Τούρκον ωσάν σκύλον να μας φυλάη…».
Ο Πατροκοσμάς έδινε, έτσι, απάντηση στους φιλενωτικούς, χωρίς μάλιστα
να μπορεί να κατηγορηθεί ως εχθρός του Λαού ή εθελόδουλος. Οι φιλενωτικοί,
αντίθετα, πιστεύοντας στις υποσχέσεις της «χριστιανικής» Ευρώπης και δεμένοι
ιδεολογικά μαζί της, ήσαν πρόθυμοι να μειοδοτήσουν
στο θέμα της πίστης, με υποθετικά πολιτικά ή προσωπικά ανταλλάγματα.
Γι’ αυτούς η πίστη δεν ήταν πια υπόθεση εμπειρίας και στάση ζωής, αλλά
ιδεολογία θρησκευτική, υποκείμενη στους οποιουσδήποτε «ιστορικούς συμβιβασμούς».
Οι φιλενωτικοί μας εκληροδότησαν το «ευρωπαϊκό
σύνδρομο» και την θεώρηση της
Δύσεως ως της «καθολικής μας μητρόπολης», κατά τον αείμνηστο Κωστή Μοσκώφ.
Ο Στήβεν Ράνσιμαν δικαιώνει τους Ανθενωτικούς, ως ρεαλιστές και
νηφάλιους εκτιμητές της καταστάσεως:
«Οι Βυζαντινοί διανοούμενοι, που είχαν απορρίψει την δυτική βοήθεια, η οποία
υπό τις καλύτερες συνθήκες θα είχε διασώσει ένα μικρό τμήμα του ορθοδόξου
εδάφους και η οποία περιελάμβανε την ένωση της Εκκλησίας με την Ρώμη και κατά
συνέπεια την επέκταση των διαιρέσεων εντός της Εκκλησίας, δικαιώθηκαν. Η
ακεραιότητα της Εκκλησίας διατηρήθηκε και με αυτήν η ακεραιότητα του ελληνικού
λαού»!»
«ΟΦΕΙΛΗ ΑΓΑΠΗΣ», π. +Γ. Δ. Μεταλληνού ομοτ. Καθ.
Πανεπ. Αθηνών, ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»)
(Πηγή: "Ι.Μ. Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου")
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου