«Η χαρά παρηγορεί, αλλά δεν μας φέρνει κοντά
στον Θεό. Σε ξεγελά και ξεχνάς την φιλοπονία, την άρση του σταυρού.
Εγώ πολλές φορές βλάφτηκα από
την πολλή χαρά. Οι θλίψεις, οι πειρασμοί, οι στενοχώριες σε καθαρίζουν και
αισθάνεσαι κοντά σου τον Θεό. Ο σταυρός σε κάνει ταπεινό και αυτός φέρνει την
ανάσταση. Δεν βλέπεις τι λέει; “Ιδού γαρ ήλθε δια του σταυρού χαρά εν όλω τω
κόσμω”.
Η ζωή μας εδώ είναι ένα συνεχές μαρτύριο.
“Στενή και τεθλιμμένη οδός”, η μόνη που οδηγεί στον ουρανό. “Διά πολλών θλίψεων
δει υμάς εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού”(Πραξ. 4,22). Γεύθηκα, αδελφοί
μου, και δεν περιαυτολογώ και την γλυκύτητα του παραδείσου, αλλά και την πικρία
του άδου. Ανέβηκα στα ύψη του ουρανού, αλλά κατόπιν κατέβηκα στα κατώτερα
βάραθρα και τάρταρα της κολάσεως».
Ο συνειδητός μοναχός θα δοκιμάσει τον σταυρό
και την ανάσταση σταδιακά. Άλλοτε θα προηγούνται τα θλιβερά και θα ακολουθούν
τα ευχάριστα και αντίστροφα. Σε όσους η Χάρις αποδέχεται στο στάδιο της
αθλήσεως τους θα συμβαίνουν αυτά, αλλά περισσότερο θα δοκιμάζουν τον σταυρό.
Δίκαια μαθαίνομε ότι «ει συναποθάνομεν άρα και συζήσωμεν» (Β΄Τιμ.2,11).
Υπάρχουν και βαθύτερα νοήματα στις κρίσεις του
Θεού, που με πανσοφία ο Δημιουργός ρυθμίζει τα μυστήρια της προνοίας Του. Στους
Αποστόλους βλέπομε ότι δόθηκε δωρεάν η Χάρις στην αρχή, γιατί ήταν τα
θεμέλια της νέας αποκαλύψεως, της δημιουργίας της Εκκλησίας. Μετά σήκωσαν οι
Απόστολοι τον σταυρό με τους πολλούς διωγμούς, τις ταλαιπωρίες και τα μαρτύρια
που υπέστησαν από τα άπιστα έθνη και που τα καλούσαν στην ευσέβεια.
Στον Γέροντα μας Ιωσήφ προηγήθηκε η Χάρις
δωρεάν και μετά η άρση του σταυρού, η περιεκτική φιλοπονία, με την οποία έπρεπε
να ολοκληρωθεί η ομολογία του ως πιστού και όχι μισθωτού.
Αυτή είναι η γενικότερη μορφή της φιλοπονίας.
Υπάρχει και η μερική, η οποία αφορά κάθε αγωνιζόμενο που θέλει να λάβει μέρος
στο μυστήριο της πίστεως και των θείων επαγγελιών. Στον χώρο της μετανοίας, που
ο κάθε πιστός στρατεύεται ανάλογα με την πίστη του, τον ζήλο του, ακόμα και τον
χαρακτήρα του, θα δοκιμάσει αυτές τις εναλλαγές της
θλίψεως και της παρηγορίας.
Αυτές οι μεταβολές βρίσκονται στις νόμιμες
αλλοιώσεις της κατά Θεόν ζωής, και δεν είναι ψυχολογικές αστάθειες και
μεταπτώσεις της ακατάστατης ζωής. Είναι δε επωφελέστατες, γιατί δυναμώνουν το
πνευματικό ήθος του αγωνιστού και τον βεβαιώνουν ότι βρίσκεται στον σωστό
δρόμο. Τότε λέει με θάρρος «ταύτα πάντα ήλθον εφ’ ημάς και ουκ επελαθόμεθα
σου…ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής» ( Ψαλ. 43, 18-23). Κάποτε μας αφηγήθηκε, ότι
υπέφερε δύο φορές από κάποιο σκληρό πειρασμό, που τον εμπόδιζε να λειτουργήσει.
Παρά τις επίμονες παρακλήσεις του δεν εισακούστηκε από τον Θεό. Τότε στράφηκε
προς τον φύλακα άγγελο και με παράπονο του είπε: «Δεν απεστάλης συ πρός φυλακή
και βοήθεια μου; Γιατί δεν με βοηθείς σε αυτή την δοκιμασία;». Πράγματι, αμέσως
έφυγε ο πειρασμός και λειτούργησε. Το πνεύμα της απογνώσεως είναι το πιο σκληρό
μαρτύριο. Εύχομαι στους πνευματικούς αυτούς αθλητές να μην τους εκλείψει η
καρτερία και η επιμονή. « Μακάριος άνθρωπος ον αν παιδεύσης Κύριε και εκ του
νόμου σου διδάξης αυτόν» ( Ψαλ. 93,12).
Συνιστούσε πολύ την υπομονή ως
απαραίτητο μέσο σωτηρίας στις θλίψεις ο μακάριος Γέροντας. Μας διηγόταν για την αυστηρότητα
και φιλοπονία του Γέροντος μας Ιωσήφ, που ήταν σχεδόν κλεισμένος στον τάφο.
Αναφερόταν και σε κάποιον άλλο Γέροντα Γαβριήλ που είχε πόθο να κοινωνεί κάθε
ημέρα. Αυτός ο Γέροντας έκανε άκρα νηστεία και αυτό του προκαλούσε φυσιολογικά
δυσκολία. Κάποτε τόσος ήταν ο πόνος και η αγωνία του «υπέρ φύσιν» και κοίταζε
ψηλά στον ουρανό. Ξαφνικά κάτι τον παρηγόρησε και άρχισε να φωνάζει:
«Λουλούδια, λουλούδια, αρώματα» και λέγοντας αυτά παρέδωσε την μακαρία ψυχή του
στα πραγματικά λουλούδια της αιωνιότητος.
Σωματική ασθένεια και
θεραπεία.
«Ήδιστα
ουν μάλλον καυχήσομαι εν ταις ασθενείαις μου, ίνα επισκηνώση επ’ εμέ η δύναμις
του Χριστού» ( Β΄Κορ. 12, 9).
Από μικρός ο Γέροντας ήταν αλλεργικός. Μας
έδειχνε το ένα πόδι, που φαινόταν πάντοτε ερεθισμένο. Όταν η κόπωση αυξανόταν,
τότε αυτό ερεθιζόταν περισσότερο και μετέδιδε τα συμπτώματα και στο υπόλοιπο
σώμα.
Όταν και σε μας συνέβαιναν θλίψεις, είτε από
κάποια ασθένεια ή άλλη αιτία και προκαλούσαν φόβο ή αποθάρρυνση, μας
παρηγορούσε με ένα δικό του περιστατικό που μας δυνάμωνε το ηθικό, αλλά
μεγάλωνε και την προθυμία μας.
«Κάποτε,
μας έλεγε, αυτή η αλλεργική ασθένειά μου δυνάμωσε απότομα. Από τους σωματικούς
κόπους, γιατί υπηρετούσα δύο Γέροντες, γέμισε το σώμα μου χονδρά σπυριά με
ερεθιστική φαγούρα. Τα μάτια μου ακόμα ερεθίστηκαν, και σχεδόν όλο μου το
πρόσωπο παραμορφώθηκε.
Πήγα σιγά-σιγά στο εκκλησάκι μας και με
παράπονο άρχισα να κλαίω μπροστά στην εικόνα της Παναγίας μας. “Παναγία μου,
Της έλεγα, τώρα θα σου θυμίσω τα λόγια Σου, όταν μας παρηγορούσες, ότι θα είσαι
και θα μείνεις πάντοτε η κηδεμόνας, η τροφός και γιατρός μας. Που θα καταφύγω
τώρα εγώ ο ταπεινός, όπως είμαι για να βρώ παρηγοριά”.
Αμέσως αισθάνθηκα στην ψυχή μου μία ειρήνη, μία
ανακούφιση και όλο μου το σώμα το αισθανόμουν ελαφρό και ευκίνητο. Άρχισα να
κινούμαι και να περπατώ με ευκολία! Αυτό ήταν όλο. Απόκτησα την υγεία και την
όρεξή μου να συνεχίσω την διακονία μου στους Γέροντές μου».
Πόση δύναμη περνάμε, όταν μας διηγόταν τόσο
ζωντανά την παρουσία της Χάριτος, εάν την επικαλεσθεί κάποιος με πίστη! Ο
Γέροντας Εφραίμ είχε υπερβολική αγάπη στην Παναγία. «Τι να κάνω, έλεγε, πολλές
φορές όταν λειτουργώ δεν μπορώ να προφέρω το όνομά Της. Όταν Την επικαλούμαι,
αισθάνομαι μέσα μου μία πυράκτωση της καρδίας μου».
«Είχε έρθει μία φορά στην καλύβη μας ένας καλός
ψάλτης από τους Δανιηλαίους. Μας πέτυχε στην Λειτουργία. Ορίστε π. Δανιήλ να
ψάλλετε το “Άξιον εστί”. Και το έψαλλε. Εκείνη την ώρα ξέρετε τι είπα; Εσύ π.
Δανιήλ ψέλνεις και υμνολογείς τον Θεό, δοξάζεις τον Θεό με την καλλιφωνία και
την ψαλτική. Εγώ δεν έχω τίποτε άλλο να προσφέρω στον Θεό παρά τον πόνο που
αισθάνομαι στο ποδάρι μου. Αν θα με ελεήσει ο Θεός, εξαιτίας του πόνου θα με
ελεήσει.
-Γέροντα, τι πειρασμούς περάσατε;
«Θα σας πω το απόρρητο της ζωής μου. Το έκζεμα,
αυτή την πληγή που έχω στο πόδι, την έχω από δεκαπέντε χρονών. Δοκίμασα διάφορα
φάρμακα. Τίποτε. Τώρα που πέρασε η ηλικία επιδεινώθηκε. Καθήμενος στο κρεβάτι
του πόνου, έτσι το λέω εγώ, έχω το πόδι ψηλά και λίγο ανακουφίζομαι. Καθήμενος
εδώ δημιουργήθηκε κύστη κόκκυγος. Όταν το σκέπτεσαι αυτό είναι το πλέον
φρικωδέστερο. Προκαλεί πολύ πόνο. Σε όποια στάση και αν καθήσεις πονάς. Σε πονά
ο γλουτός. Σε προειδοποιεί ότι θα ανοίξει πληγή. Υπομονή, υπομονή. Έως ότου μία
φορά δεν άντεξα και έπεσα σε απόγνωση. Μόνο που να σκέφτεσαι την λέξη απόγνωση
είναι φρίκη. Είναι γεύση κολάσεως, γεύση γεένης. Κράτησε έξι έως εφτά λεπτά.
Μέσα στον πόνο, μέσα στην απελπισία που βρισκόμουν, δεν έλεγα τίποτε στην
συνοδία μου. Μία φωνή άκουσα ως αύρα λεπτή. “Έτσι σε θέλει ο Θεός”. Με αυτό
πήρα μία βαθιά αναπνοή. “Ε! νάναι ευλογημένο, αφού έτσι με θέλει Ο Θεός. Αλλά
δος μου υπομονή, γιατί δεν αντέχω”. Τι να κάνω; Να βγω έξω να κάνω εγχείριση;
Ολοι σου λένε εγχείριση να κάνεις. Πως θα βγω όμως;
Σηκώνομαι απελπισμένος και πηγαίνω στο
καντηλάκι της Παναγίας. Και το καντηλάκι της Παναγίας, θαυματουργό είναι.
Παίρνω λίγο βαμβάκι και αλείφω το μέρος, που είναι η κύστη κόκκυγος, και δεξιά
και αριστερά τους γλουτούς. Αυτό το έκανα τρεις ημέρες. Την τρίτη ημέρα άφαντος
ο πόνος. Θαυματούργησε η Παναγία. Εφαρμόστηκε η συχνή πατερική ρήση, “υπομονή
στις θλίψεις” .
Η σκέπη της Παναγίας πάντα
υπάρχει, αλλά δεν την βλεπομε. Τότε την βλέπομε, όταν πρόκειται να πέσομε μέσα στο χάος, στην άβυσσο.
Τότε μας απαλλάσσει από την καταβόθρα. Και όχι μόνο αυτό. Το κυριότερο να πούμε.
Όταν έφυγαν οι πόνοι, μία χαρά κυκλοφόρησε μέσα μου ως μία πληροφορία, ότι ο
Θεός την πολλή Του, την άμετρη αγάπη, την φανέρωσε με το να μου δώσει την πληγή
κάτω στο ποδάρι. Και δεν χόρταινα να δοξάζω, να υμνολογώ, να ευγνωμονώ τον Θεό,
που μου έδωσε την πληγή.
Γι’ αυτό, καλές είναι οι θλίψεις, καλά τα
βάσανα, καλές οι στενοχώριες. Ξέρει ο Θεός, γιατί
τις δίνει. Περισσότερο πλησιάζομε τον Θεό με τις θλίψεις. “Εν θλίψει
επλάτυνάς με” (Ψαλ.4,2) και κατά το πατερικό “ο φεύγων πειρασμόν επωφελή,
φεύγει ζωήν αιώνιον”.
Γι’ αυτό ο άνθρωπος να μην απελπίζεται. Να μην
έρχεται σε απόγνωση με μία αποτυχία. Η αποτυχία μετατρέπεται σε επιτυχία, διότι
έτσι γνωρίζεις ποιο είναι το θέλημα του Θεού. Το θέλημα του Θεού, δεν είναι
πάντοτε γλυκό. Είναι και πικρό! “Το ποτήριον ο δέδωκε μοι ο πατήρ, ου μή πίω
αυτό;” (Ιω.18,11). Διαμέσου του σταυρού ήλθε η ανάσταση. Ο άγιος Ιωάννης ο
Χρυσόστομος επαινεί τον Ιώβ, όχι για την προηγούμενη ζωή του, που ήταν ελεήμων,
οικτίρμων, φιλόξενος, της προσευχής, αλλά για την υπομονή, που έκανε στην
ασθένεια που του παραχώρησε ο Θεός. “Την υπομονήν Ιώβ ηκούσατε” (Ιακ. 5,11). Με
αμεριμνία και με άνεση, δεν πάμε στον ουρανό. Θα δώσουμε αίμα για να πάρουμε
πνεύμα.
Θυμάμαι όταν πήγα στα Ιεροσόλυμα με πλησίασε
μία γερόντισσα και ήθελε να μου πει ένα όραμα, που είδε. Είδα Γέροντα τους
τρείς Πατριάρχες, Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ μέσα στον παράδεισο. Τους είπα, θέλω
να έρθω και εγώ εκεί. Έλα, μου λένε. Από πού; Από τον δρόμο. Ποιό δρόμο; Μου
έδειξαν ένα μονοπάτι δεκαπέντε πόντους. Μα αν έρθω από αυτό θα σχίσω τα ρούχα
μου. Α!, γερόντισσα, από αυτό ήρθαμε και εμείς.
Με γλυκίσματα, δεν πάμε στον παράδεισο. Έχει
κάτι φαρμάκια! Με αυτά όμως καθαρίζεται η ψυχή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου