Θ) Θεῖες ἐμπειρίες. Ἡ θεολογία τοῦ Ὁσίου περὶ
νοερᾶς προσευχῆς
Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη
(Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Ἔκδοσις Ἱ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου,
Καυσοκαλύβια, Ἅγιον Ὄρος, 2001)
Ἐρωτηθεὶς λοιπὸν ἀπὸ τὸν θεῖον Γρηγόριον ὁ Μάξιμος, τοῦ ἀπεκρίθη:
Συγχώρησόν μοι Πάτερ, ἐγὼ εἶμαι πλανημένος. Καὶ ὁ Γέρων τοῦ λέει: Ἄφες αὐτὰ
τώρα, καὶ εἰπέ μου διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Κυρίου, τὴν ἀρετήν σου, διὰ νὰ μὲ φωτίσῃς.
Εἰ δὲ μη, κἄν νὰ οἰκοδομηθῶμεν εις τὴν ἀρετήν καὶ νὰ ὠφεληθῶμεν μεταξύ μας.
Διότι ἐγὼ δὲν εἶμαι τοιοῦτος καθὼς εἶνα ἄλλοι τινές, οἱ ὁποῖοι παγιδεύουν τὸν
πλησίον μὲ τὰ λόγια τους, ἀλλὰ ἀγαπῶ αὐτὸν ὡσὰν τὸν ἑαυτόν μου. Εἰπέ μου λοιπόν, τὴν ἀρετήν σου.
Τότε ὁ θεῖος Μάξιμος τοῦ ἐφανέρωσεν ὅσα ἔκαμεν ἐκ νεότητός του· δηλαδή,
τὸν ἔνθεον ζῆλον ὁποῦ εἶχε, τὴν φυγὴν τοῦ κόσμου, τὴν ὑποταγήν του, τὴν πλαστὴν
μωρίαν, τοὺς ἀσκητικούς του ἀγῶνας, τὴν φοβερὰν ἐκείνην
ὀπτασίαν τῆς Θεοτόκου, τὸ φῶς ὁποῦ τὸν περικύκλωσε τότε, καὶ ἄλλοτε τὸν
περικυκλώνει καὶ τοὺς πειρασμοὺς τῶν δαιμόνων.
Ὁ δὲ θεῖος Γρήγοριος, περικόψας αὐτὸν ἀπὸ τὸν λόγον του, εἶπε: Λέγε μου σὲ παρακαλῶ, κρατεῖς τὴν νοερὰν προσευχὴν
τιμιώτατε Πάτερ; Καὶ ἐκεῖνος ἐχαμογέλασε ὀλίγον καὶ τοῦ λέγει: Δὲν θέλω
σοῦ κρύψω Πάτερ μου τὸ θαῦμα τῆς Θεοτόκου ὁποὺ ἔγινε εἰς ἐμέ.
Ἐγὼ ἐκ νεότητός μου εἶχον πολλὴν πίστιν εἰς τὴν Κυρίαν Θεοτόκον καὶ τὴν
ἐπαρακαλοῦσα μετὰ δακρύων νὰ μοῦ δώσῃ αὐτὴν τὴν χάριν τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Μιὰν
δὲ τῶν ἡμερῶν πηγαίνοντας εἰς τὸν ναόν της, καθὼς εἶχα συνήθεια, τὴν ἐπαρακαλοῦσα πάλιν μὲ ἄμετρον θερμότητα τῆς καρδίας
μου.
Ἐκεῖ ὁποῦ ἀσπαζόμουν μὲ πόθον τὴν ἁγίαν εἰκόνα της, παρευθὺς ἔνιωσα εἰς
τὸ στῆθος καὶ εἰς τὴν καρδίαν μου μίαν θερμότητα καὶ φλόγα, ὁποῦ ἦλθεν ἀπὸ τὴν ἁγίαν
εἰκόνα, ἡ ὁποία δὲν μὲ ἔκαιεν, ἀλλὰ μὲ ἐδρόσιζε καὶ μὲ ἐγλύκαινε καὶ ἐπροξενοῦσεν
εἰς τὴν ψυχήν μου μεγάλην κατάνυξιν. Ἀπὸ τότε πλέον
Πάτερ ἄρχισεν ἡ καρδία μου νὰ λέγῃ ἀπὸ μέσα τὴν προσευχήν, καὶ ὁ νοῦς
μου νὰ γλυκαίνεται εἰς τὴν ἐνθύμησιν τοῦ Ἰησοῦ μου καὶ τῆς Θεοτόκου μου, καὶ νὰ
εἶναι πάντοτε μαζὶ μὲ τὴν ἐνθύμησιν αὐτῶν.
Ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν καιρὸν πλέον δὲν ἔλειψεν ἡ προσευχὴ ἀπὸ την καρδία μου.
Καὶ ὁ Γρηγόριος τοῦ λέγει:
Εἰπέ μοι Πάτερ· σοῦ ἠκολούθησε καμμίαν φοράν, εἰς καιρὸν ὁποῦ ἔλεγες τὴν εὐχήν,
τὸ Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ καὶ τὰ ἑξῆς, ἀλλοίωσις θεϊκὴ ἤ ἔκστασις ἤ κανένας ἄλλος
καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος;
Καὶ ὁ ἱερὸς Μάξιμος τοῦ εἶπε:
Ὦ Πάτερ, διὰ τοῦτο πήγαινα εἰς ἔρημον τόπον καὶ ἐποθοῦσα τὴν ἡσυχίαν πάντοτε, διὰ νὰ ἀπολαύσω πλέον
περισσότερον τὸν καρπὸν τῆς προσευχῆς, ὁ ὁποῖος εἶναι μία ἀγάπη ὑπερβολικὴ εἰς
τὸν Θεόν, καὶ μία ἁρπαγὴ τοῦ νοὸς πρὸς τὸν Κύριον.
Καὶ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος τοῦ λέγει:
Σὲ παρακαλῶ Πάτερ νὰ μοῦ εἰπῇς, τὰ ἔχεις αὐτὰ ὁποῦ εἶπες; Τότε ὁ θεῖος Μάξιμος ἐχαμογέλασεν
πάλιν καὶ τοῦ λέγει:
Δός μου νὰ φάγω καὶ μὴν ἐξετάζῃς τὴν πλάνην μου.
Καὶ Αγιος Γρηγόριος τοῦ εἶπεν:
Μακάρι καὶ ἐγὼ νὰ εἶχα τὴν πλάνην τὴν ἐδικήν σου Ἅγιε. Ὅμως σὲ παρακαλῶ νὰ μοῦ
εἰπῇς· ὅταν ἁρπάζεται ὁ νοῦς σου εἰς θεωρίαν, τί βλέπεις μὲ τοὺς νοεροὺς ὀφθαλμούς;
Καὶ ἀνίσως ἠμπορεῖ τότε ὁ νοῦς μαζὶ μὲ την καρδίαν νὰ ἀναφέρῃ τὴν προσευχήν;
Καὶ ὁ Μάξιμος τοῦ ἀπεκρίθη:
Ὄχι δὲν ἠμπορεῖ.
Διότι ὅταν ἔλθῃ ἡ χάρις τοῦ Ἁγ. Πνεύματος εις τὸν ἄνθρωπον
διὰ μέσου τῆς προσευχῆς, τότε παύει πλέον ἡ προσευχή, ἐπειδὴ ὁ νοῦς
κυριεύται ὅλος ἀπὸ τὴν χάριν τοῦ Ἁγ. Πνεύματος καὶ δὲν ἠμπορεῖ πλέον νὰ ἐνεργήσῃ
τὰς δυνάμεις του.
Ὁ νοῦς τότε μένει ἀργός,
καὶ ὑποτάσσεται εἰς τὸ Ἅγ. Πνεῦμα και ὁποῦ θέλει τὸ Ἅγ. Πνεῦμα τὸν πηγαίνει. Ἤ
εἰς ἀέρα ἄϋλον θείου φωτός, ἤ εἰς ἄλλην θεωρίαν ἀνεκδιήγητον, ἤ καὶ πολλάς εἰς ὁμιλίαν
θεϊκήν.
Καὶ ἐν συντομίᾳ, καθὼς θέλει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ἔτσι παρηγορεῖ τοὺς
δούλους Του. Καθὼς πρέπει εἰς τὸν καθένα, ἔτσι τοῦ δίδει καὶ τὴν χάριν του. Καὶ
τοῦτο ὁποῦ λέγω, ἠμπορεῖ τινὰς νὰ τὸ ἰδῇ φανερὰ εἰς τοὺς Προφήτας καὶ Ἀποστόλους
ὁποῦ ἠξιώθησαν νὰ ἰδοῦν τόσας θεωρίας. Καὶ ὅμως, οἱ
ἄνθρωποι τοὺς περιέπαιζαν καὶ τοὺς εἶχαν διὰ πλανημένους καὶ
μεθυσμένους.
Ὁ Προφήτης Ἡσαίας εἶδε
τὸν Κύριον ἐπὶ θρόνου ὑψηλοῦ καὶ ἐπηρμένου, καὶ τὰ Σεραφεὶμ κύκλῳ αὐτοῦ. Ὁ Πρωτομάρτυς Στέφανος εἶδε τοὺς οὐρανοὺς ἀνεῳγμένους
καὶ τὸν Ἰησοῦ ἐν δεξιᾷ τοῦ Πατρός, καὶ τὰ λοιπά. Τοιουτοτρόπως καὶ τώρα οἱ δοῦλοι
τοῦ Χριστοῦ ἀξιώνονται νὰ βλέπουν θεωρίας διαφόρους, τὰς ὁποίας μερικοὶ δὲν τὰς
πιστεύουν, οὐδὲ τὰ δέχονται κατ᾿ οὐδένα τρόπον πὼς εἶναι ἀληθιναί, ἀλλὰ τὰς ἔχουν
διὰ πλάνην· ἐκείνους δὲ ὁποῦ τὰς βλέπουν τοὺς ἔχουν διὰ πλανημένους.
Καὶ θαυμάζω πολὺ εἰς τοῦτο καὶ ἀπορῶ, πῶς οἱ
ἄνθρωποι ἐκεῖνοι ἐπορώθησαν και ὡσὰν τυφλοὶ εἰς τὴν ψυχήν, δὲν πιστεύουν
ἐκεῖνο ὁποῦ ὑπεσχέθη ὁ ἀψευδὴς Θεός, μὲ τὸ στόμα τοῦ Πρ. Ἰωήλ, ὁποῦ λέγει: ὅτι
θέλω χύσῃ ἀπὸ τὴν χάριν τοῦ Πνεύματός μου εἰς κάθε πιστόν, καὶ εἰς τοὺς δούλους
μου καὶ εἰς τὰς δούλας μου. Τὴν χάριν δὲ αὐτὴν τὴν ἔδωκεν ὁ Κύριός μας, τὴν
δίδει καὶ τώρα καὶ θέλει τὴν δίδει καὶ ἕως τῆς συντελείας.
Ὅταν ἡ χάρις αὐτὴ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος ἔλθῃ εἰς κάποιον, δὲν τοῦ δείχνει τὰ συνειθισμένα, οὔτε τὰ αἰσθητὰ τοῦ
κόσμου τούτου, ἀλλὰ ἐκεῖνα ὁποῦ δὲν τὰ εἶδε ποτέ του, οὔτε τὰ ἐφαντάσθη. Τότε
καὶ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου διδάσκεται ἀπὸ τὸ Ἅγ. Πνεῦμα μυστήρια ὑψηλὰ καὶ
ἀπόκρυφα, τὰ ὁποῖα, κατὰ τὸν Παῦλον, δὲν ἠμπορεῖ νὰ τὰ ἰδῇ μάτι σωματικὸν τοῦ ἀνθρώπου,
οὐδὲ νοῦς ἠμπορεῖ νὰ τὰ συλλογισθῇ ἀπὸ λόγου του ποτέ.
Διὰ νὰ καταλάβῃς πῶς τὰ βλέπει ὁ νοῦς μας στοχάσου αὐτὸ ὁποῦ ἔχω νὰ σοῦ
εἰπῶ. Τὸ κηρὶ ὅταν εἶναι μακρὰν ἀπὸ τὴν φωτίαν, εἶναι κηρὶ στέρεον καὶ
πιάνεται.Ὅταν ὅμως τὸ βάλῃς εἰς τὴν φωτίαν καίεται καὶ ἀνάπτει καὶ γίνεται ὅλον
φῶς, καὶ ἔτσι τελειώνει μέσα εἰς τὴν φωτίαν ὅλον.
Ἔτσι καὶ ὁ νοῦς, ὅταν
εἶναι μονάχος, χωρὶς νὰ ἀνταμωθῇ μὲ τὸν Θεόν, ἐννοεῖ ὅσα εἶναι τῆς δυνάμεώς
του.
Ὅταν ὅμως πλησιάσῃ εἰς τὸ πῦρ τῆς θεότητος, καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον,
τότε πλέον κυριεύται ὅλος διόλου ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ θεϊκὸ φῶς καὶ γίνεται ὅλος φῶς,
καὶ ἐκεῖ μέσα εἰς τὴν φλόγα τοῦ Ἁγ. Πνεύματος ἀνάπτει καὶ λυώνει ἀπὸ τὰ θεϊκὰ νοήματα. Δὲν ὑπάρχει δὲ τρόπος ἐκεῖ
μέσα, εἰς τὸ πῦρ τῆς θεότητος, νὰ ἐννοῇ τὰ ἐδικά του, καὶ ἐκεῖνα ὁποῦ θέλει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου