Ἀναφέρεται στὴν Παλαιά Διαθήκη63 ὅτι σὲ μία πολιορκία τῆς Σαμαρείας ἀπὸ
τούς Σύριους εἶχε τελειώσει καὶ τὸ νερό. Ἔπεσε δυστυχία, ψοφοῦσαν τὰ ζῶα καὶ ἔφθασαν
οἱ μητέρες νὰ τρῶνε τὰ παιδιά τους. Πάει ὁ Προφήτης Ἐλλισαιέ στὸν οἰκονόμο τοῦ
βασιλιᾶ Ἰωράμ καὶ τοῦ λέει: «Τὰ ζῶα ψόφησαν, οἱ ἄνθρωποι πεθαίνουν ἀπὸ τὴν πείνα,
ἀλλὰ ὁ Θεὸς θὰ βοηθήση». Ὁ οἰκονόμος, ποῦ τὰ τακτοποιοῦσε ὅλα μὲ τὴν λογική, τοῦ
λέει: «Πῶς θὰ βοηθήση; Ἀπὸ τὸν οὐρανό θὰ στείλη ὁ Θεός;».
Τότε ὁ Προφήτης τοῦ εἶπε: «Αὔριο ὁ Θεὸς θὰ στείλη βοήθεια, ἀλλὰ ἐσύ δὲν
θὰ τὴν χαρής».
Καὶ πράγματι τὴν ἑπόμενη μέρα ἔφερε ὁ Θεὸς τέτοιο πανικό στὸ ἐχθρικό
στρατόπεδο – ἄκουγαν οἱ ἐχθροί ποδοβολητό ἀλόγων, θόρυβο ἁρμάτων, βούιζαν τὰ αὐτιά
τους καὶ νόμιζαν ὅτι ἦραν Αἰγύπτιοι γιὰ ἐνίσχυση – ποὺ τὸ ἔβαλαν στὰ πόδια καὶ ἄφησαν
σκηνές, τρόφιμα, ὄπλα, ὅ,τι εἶχαν. Καὶ καθώς ἐπέστρεφαν ἔντρομοι στὴν πατρίδα
τους, ἄφηναν στούς δρόμους τὰ ἱμάτια καὶ τὰ πολεμοφόδιά τους. Ἐν τῷ μεταξύ τέσσερις
λεπροί Ἰσραηλίτες ποῦ ἦταν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, εἶπαν: «Δὲν πᾶμε στὸ ἐχθρικό στρατόπεδο
μήπως βροῦμε τίποτε νὰ φᾶμε; Ἔτσι καὶ ἀλλιῶς θὰ πεθάνουμε». Πλησιάζουν μία σκηνή,
ἄδεια. Πλησιάζουν ἄλλη, ἄδεια. Πουθενά ἐχθροί! Παίρνουν τρόφιμα, πράγματα, ὁλόκληρα
τσουβάλια.
Εἰδοποίησαν ὅτι ὀπισθοχώρησαν οἱ ἐχθροί, ἀλλὰ οἱ Ἰσραηλίτες νόμισαν ὅτι
εἶναι σχέδιο. «Θα κρύφτηκαν οἱ ἐχθροί, εἶπαν, γιὰ νὰ ἀνοίξουμε τὶς πύλες καὶ νὰ
μποῦν μέσα». Τότε ἕνας ἀξιωματικός εἶπε: «Πέντε ζῶα μᾶς ἔμειναν. Δὲν στέλνουμε
στρατιῶτες νὰ δοῦν τί συμβαίνει;». Πῆγε κάθε στρατιώτης πρὸς μία κατεύθυνση καὶ,
ὅταν ἐπέστρεψαν, εἶπαν: «Οἱ ἐχθροί ἔφυγαν πανικόβλητοι καὶ ἄφησαν ὅ,τι εἴχαν».
Τότε ἔτρεξαν ὅλοι οἱ Ἰσραηλίτες νὰ βγοῦν ἀπὸ τὸ κάστρο, γιὰ νὰ πάρουν
τρόφιμα κ.λπ. Καὶ καθώς ἔβγαιναν, τσαλαπάτησαν
τὸν οἰκονόμο στὴν εἴσοδο τοῦ κάστρου, ποὺ προσπαθοῦσε νὰ ἐπιβάλη τὴν τάξη.
Ἔτσι, ὅπως εἶχε πεῖ ὁ Προφήτης Ἐλισαιέ, ὁ οἰκονόμος εἶδε τὴν βοήθεια τοῦ
Θεοῦ, ἀλλὰ δὲν τὴν χάρηκε. Βλέπετε πῶς ὁ Θεὸς τὰ τακτοποίησε ὅλα;
63. Βλ. Δʹ Βασ. 7
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Μὲ Πόνο καὶ Ἀγάπη»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου