Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2020

"Η κατάκριση είναι γεμάτη από αδικία"

– Γέροντα, εὔκολα κρίνω καὶ κατακρίνω.
– Ἡ κρίση ποὺ ἔχεις, εἶναι, φυσικά, χάρισμα ποὺ σοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, ἀλλὰ τὴν ἐκμεταλλεύεται τὸ ταγκαλάκι καὶ σὲ κάνει νὰ κατακρίνης καὶ νὰ ἁμαρτάνης. Γι᾿ αὐτό, μέχρι νὰ ἐξαγνισθῆ ἡ κρίση σου καὶ νὰ ἔρθη ὁ θεῖος φωτισμός, νὰ μὴν τὴν ἐμπιστεύεσαι. Ὅταν κανεὶς ἀσχολῆται μὲ τοὺς ἄλλους καὶ τοὺς κρίνη, ἐνῶ ἀκόμη δὲν ἔχει ἐξαγνισθῆ ἡ κρίση του, πέφτει συνέχεια στὴν κατάκριση.
– Καὶ πῶς, Γέροντα, θὰ ἐξαγνισθῆ ἡ κρίση μου;
– Πρέπει νὰ τὴν λαμπικάρης. Μπορεῖ νὰ ἔχης καλὴ διάθεση καὶ μιὰ δύναμη μέσα σου, ἀλλὰ πιστεύεις ὅτι κρίνεις πάντοτε σωστά. Ἡ κρίση σου ὅμως εἶναι ἀνθρώπινη, κοσμική. Προσπάθησε νὰ ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο στοιχεῖο, νὰ ἀποκτήσης ἀνιδιοτέλεια, γιὰ νὰ ἔρθη ὁ θεῖος φωτισμὸς καὶ νὰ γίνη ἡ κρίση σου πνευματική, θεϊκή. Τότε ἡ κρίση σου θὰ εἶναι σύμφωνη μὲ τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι μὲ τὴν ἀνθρώπινη δικαιοσύνη· μὲ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι μὲ τὴν λογικὴ τὴν ἀνθρώπινη.
Μόνον ὁ Θεὸς κρίνει δίκαια, γιατὶ μόνον Αὐτὸς γνωρίζει τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ἐμεῖς, ἐπειδὴ δὲν ξέρουμε τὴν δίκαιη κρίση τοῦ Θεοῦ, κρίνουμε «κατ᾿ ὄψιν»2, ἐξωτερικά, καὶ γι᾿ αὐτὸ πέφτουμε ἔξω καὶ ἀδικοῦμε τὸν ἄλλον. Ἡ ἀνθρώπινη κρίση μας δηλαδὴ εἶναι μιὰ μεγάλη ἀδικία. Εἶδες τί εἶπε ὁ Χριστός: «Μὴ κρίνετε κατ᾿ ὄψιν, ἀλλὰ τὴν δικαίαν κρίσιν κρίνατε»3.
Θέλει πολλὴ προσοχή· ποτὲ δὲν μποροῦμε νὰ γνωρίζουμε πῶς ἀκριβῶς ἔχουν τὰ πράγματα. Πρὶν ἀπὸ χρόνια σὲ ἕνα μοναστήρι στὸ Ἅγιον Ὄρος ἦταν ἕνας πολὺ εὐλαβὴς διάκος. Κάποτε ὅμως φόρεσε ροῦχα κοσμικὰ καὶ γύρισε στὴν πατρίδα του. Τότε πολλοὶ Πατέρες εἶπαν διάφορα ἐναντίον του. Ἀλλὰ τί εἶχε γίνει; Κάποιος τοῦ εἶχε γράψει ὅτι οἱ ἀδελφές του ἦταν ἀκόμη ἀτακτοποίητες καί, ἐπειδὴ φοβήθηκε μήπως παραστρατήσουν, πῆγε νὰ τὶς βοηθήση. Ἔπιασε δουλειὰ σὲ ἕνα ἐργοστάσιο καὶ ζοῦσε πιὸ καλογερικὰ ἀπὸ ὅ,τι προηγουμένως. Μόλις τακτοποίησε τὶς ἀδελφές του, ἄφησε τὴν δουλειά του καὶ πῆγε πάλι σὲ μοναστήρι, γιὰ νὰ μείνη. Ὁ ἡγούμενος, ὅταν εἶδε ὅτι τὰ ἤξερε ὅλα, τυπικό, διακονήματα κ.λπ., τὸν ρώτησε ποῦ τὰ ἔμαθε καὶ ἐκεῖνος ἄνοιξε τὴν καρδιά του καὶ τοῦ τὰ εἶπε ὅλα. Τότε ὁ ἡγούμενος ἐνημέρωσε τὸν ἐπίσκοπο, καὶ ἐκεῖνος τὸν χειροτόνησε ἀμέσως ἱερέα. Μετὰ πῆγε σὲ ἕνα ἀπομακρυσμένο μοναστήρι καὶ ἐκεῖ ζοῦσε πολὺ πνευματικὴ ζωή, μὲ πολλὴ ἄσκηση. Ἔφθασε σὲ ἁγία κατάσταση καὶ βοήθησε πνευματικὰ πολλοὺς ἀνθρώπους. Μερικοὶ ποὺ δὲν ξέρουν τί ἀπέγινε μπορεῖ ἀκόμη νὰ τὸν κατακρίνουν4.
Πόσο πρέπει νὰ προσέχουμε τὴν κατάκριση! Πόσο ἀδικοῦμε τὸν πλησίον μας, ὅταν τὸν κατακρίνουμε! Ἂν καὶ στὴν πραγματικότητα μὲ τὴν κατάκριση ἀδικοῦμε τὸν ἑαυτό μας καὶ ὄχι τοὺς ἄλλους, διότι μᾶς ἀποστρέφεται ὁ Θεός. Τίποτε ἄλλο δὲν ἀποστρέφεται τόσο πολὺ ὁ Θεὸς ὅσο τὴν κατάκριση, γιατὶ ὁ Θεὸς εἶναι δίκαιος καὶ ἡ κατάκριση εἶναι γεμάτη ἀπὸ ἀδικία.
Πῶς φθάνουμε στὴν κατάκριση
– Γέροντα, γιατί πέφτω συχνὰ στὴν κατάκριση;
– Ἐπειδὴ ἀσχολεῖσαι πολὺ μὲ τοὺς ἄλλους. Περιεργάζεσαι τὶς ἀδελφὲς καὶ θέλεις ἀπὸ περιέργεια νὰ μαθαίνης τί κάνει ἡ μιά, τί κάνει ἡ ἄλλη· ἔτσι μαζεύεις ὑλικό, γιὰ νὰ ἔχη τὸ ταγκαλάκι νὰ ἐργάζεται καὶ νὰ σὲ ρίχνη στὴν κατάκριση.
– Γιατί, Γέροντα, ἐνῶ πρῶτα δὲν ἔβλεπα τὰ ἐλαττώματα τῶν ἄλλων, τώρα τὰ βλέπω καὶ κατακρίνω;
– Τώρα βλέπεις τὰ ἐλαττώματα τῶν ἄλλων, γιατὶ δὲν βλέπεις τὰ δικά σου.
– Ἀπὸ ποῦ προέρχονται, Γέροντα, οἱ λογισμοὶ κατακρίσεως;
– Ἀπὸ τὴν ἰδέα ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας – δηλαδὴ ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια – καὶ ἀπὸ τὴν τάση νὰ δικαιολογοῦμε τὸν ἑαυτό μας.
– Γέροντα, ἡ κατάκριση ἔχει ἔλλειψη ἀγάπης;
– Ἔμ, τί ἔχει; Καὶ ἔλλειψη ἀγάπης ἔχει καὶ ἀναίδεια ἔχει. Ὅταν δὲν ἔχης ἀγάπη, δὲν βλέπεις μὲ ἐπιείκεια τὰ λάθη τῶν ἄλλων, ὁπότε τοὺς ταπεινώνεις μέσα σου καὶ τοὺς κατακρίνεις. Πάει μετὰ τὸ ταγκαλάκι καὶ τοὺς βάζει νὰ κάνουν καὶ ἄλλο σφάλμα· τὸ βλέπεις ἐσύ, τοὺς κατακρίνεις πάλι καὶ ὕστερα συμπεριφέρεσαι μὲ ἀναίδεια.
– Μερικὲς φορές, Γέροντα, μὲ στενοχωρεῖ ἡ ἀδελφὴ μὲ τὴν ὁποία συνεργάζομαι καὶ τὴν κατακρίνω.
– Ποῦ ξέρεις ἐσὺ μὲ πόσα ταγκαλάκια πολεμάει ἐκείνη τὴν ὥρα ἡ ἀδελφή; Μπορεῖ νὰ τὴν πολεμοῦσαν πενῆντα δαίμονες, γιὰ νὰ τὴν ρίξουν, ὥστε νὰ σὲ κάνουν νὰ πῆς: «Ἄ, τέτοια εἶναι». Ὕστερα, ὅταν δοῦν ὅτι τὴν κατέκρινες, θὰ ἔρθουν πεντακόσιοι δαίμονες νὰ τὴν ρίξουν πάλι μπροστά σου, γιὰ νὰ τὴν κατακρίνης ἀκόμη περισσότερο. Μπορεῖ λ.χ. νὰ τῆς πῆς: «Ἀδελφή, μὴ βάζης αὐτὸ τὸ πράγμα ἐκεῖ· ἐδῶ εἶναι ἡ θέση του». Τὴν ἄλλη μέρα θὰ τὴν κάνη τὸ ταγκαλάκι νὰ ξεχάση τί τῆς εἶπες καὶ νὰ τὸ βάλη πάλι στὴν ἴδια θέση. Θὰ κάνη καὶ καμμιὰ ἄλλη ἀταξία καὶ θὰ λὲς μὲ τὸν λογισμό σου: «Μὰ χθὲς τῆς εἶπα νὰ προσέξη καὶ σήμερα τὸ ἔβαλε πάλι ἐκεῖ! Ἔκανε κι ἄλλη ἀταξία!». Ὁπότε τὴν κατακρίνεις καὶ δὲν μπορεῖς νὰ συγκρατηθῆς καὶ νὰ μὴ μιλήσης. «Ἀδελφή, τῆς λές, δὲν σοῦ εἶπα νὰ μὴ τὸ βάζης ἐκεῖ; Αὐτὸ εἶναι ἀκαταστασία. Μὲ ἔχει σκανδαλίσει ἡ συμπεριφορά σου!». Αὐτὸ ἦταν! Ὁ διάβολος ἔκανε τὴν δουλειά του. Σὲ ἔβαλε νὰ τὴν κατακρίνης, ἀλλὰ καὶ νὰ ψυχρανθῆς μαζί της. Καὶ ἐκείνη, ἐπειδὴ δὲν ξέρει ὅτι ἐσὺ ἤσουν αἰτία γιὰ τὴν ἀπροσεξία της, θὰ νιώθη τύψεις ποὺ σὲ σκανδάλισε καὶ θὰ πέση σὲ λύπη. Βλέπετε μὲ τί πονηριὰ ἐργάζεται τὸ ταγκαλάκι κι ἐμεῖς τὸ ἀκοῦμε;
Γι᾿ αὐτὸ προσπαθῆστε νὰ μὴν κρίνετε κανέναν· νὰ κρίνετε μόνον τὰ ταγκαλάκια πού, ἐνῶ ἦταν Ἄγγελοι, κατήντησαν δαίμονες καί, ἀντὶ νὰ μετανοήσουν, γίνονται πιὸ πονηροὶ καὶ κακοὶ καὶ βάλθηκαν μὲ μανία νὰ καταστρέψουν τὰ πλάσματα τοῦ Θεοῦ. Ὁ πονηρὸς δηλαδὴ παρακινεῖ τοὺς ἀνθρώπους νὰ κάνουν παραξενιὲς καὶ ἀταξίες, καὶ ὁ ἴδιος πάλι βάζει λογισμοὺς σὲ ἄλλους ἀνθρώπους, γιὰ νὰ κρίνουν καὶ νὰ κατακρίνουν, καὶ ἔτσι νικάει καὶ τοὺς μὲν καὶ τοὺς δέ. Καὶ αὐτοὶ μὲν ποὺ νικοῦνται καὶ κάνουν ἀταξίες, αἰσθάνονται μετὰ τὴν ἐνοχή τους καὶ μετανοοῦν, ἐνῶ οἱ ἄλλοι ποὺ κατακρίνουν δικαιώνουν τὸν ἑαυτό τους, ὑπερηφανεύονται καὶ καταλήγουν στὴν ἴδια πτώση μὲ τὸν πονηρό, τὴν ὑπερηφάνεια.
1 Ματθ. 7, 1
2 Ἰω. 7, 24.
3 Ὅ.π.
4 Τὸ παράδειγμα αὐτὸ ἀναφέρεται σὲ μία ἐνέργεια, ἡ ὁποία σύμφωνα μὲ τοὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ τάξη δὲν μπορεῖ νὰ θεωρηθῆ σωστή. Ὁ Γέροντας τὸ ἀνέφερε, γιὰ νὰ τονίση ὅτι ἡ «κατ᾿ ὄψιν» κρίση, ὅσο σωστὴ καὶ ἂν φαίνεται, μπορεῖ νὰ ἀδικήση τὸν ἄλλον.
5 Βλ. Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, Κλῖμαξ, μεταγλωττισθεῖσα ὑπὸ Ἰερεμίου Σιναΐτου, ἐκδοθεῖσα τὸ πρῶτον ἐν ἔτει 1774 ἐν Βενετίᾳ, Λόγος Ι´, η´, ἐκδ. «Ἀστήρ», Ἀθῆναι 1969, σ. 145.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μας βοηθά η Θεοτόκος…

«Η βοήθεια» Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ Μακαρίζουμε και πάλι, μέσα στη λατρεία της Αγίας μας Εκκλησίας, μαζί ...