Κυριακή 19 Ιουλίου 2020

"Η λιτότητα βοηθάει πολύ στην καλογερική"

– Εἶδες τὸ σαλονάκι σᾶς πόσο ὀμόρφυνε μὲ τὶς γκρί κουβέρτες; ἦρθε λίγο σὲ λογαριασμό.
– Γέροντα, πῶς θὰ καταλάβη ἕνας μοναχός ἄν κάτι ταιριάζη ἤ δὲν ταιριάζη στὸ Μοναστήρι;
– Νὰ ξεκινάη ἀπὸ ʹκει, νὰ σκέφτεται: «Τί εἶμαι καὶ τί ὑποχρεώσεις ἔχω στὴν ζωή ποῦ ζῶ;». Τὸν στρατό τὸν τιμάει τὸ χακί. Τὸ Μοναστήρι τὸ τιμάει τὸ μαῦρο. Ἄν βάλουν στὸν στρατό μαῦρα καὶ στὸ Μοναστήρι χακί, δὲν ταιριάζει. Ἄντε τώρα ἐσεῖς νὰ βάλετε ἄσπρο νοσοκομειακό σάν τὶς ἀδελφές νοσοκόμες – ἀδελφές δὲν λέγεσθε καὶ ἐσεῖς; – καὶ ἐκεῖνες μαῦρα, γιὰ νὰ φέρουν σὲ ἀπελπισία τούς ἀρρώστους καὶ νὰ ποῦν οἱ ἄρρωστοι: «Θὰ πεθάνουμε, φαίνεται, καὶ δὲν μᾶς τὸ λένε καθαρά»!...
Δὲν ταιριάζει, πῶς νὰ τὸ κάνουμε! Κάτι μπορεῖ νὰ εἶναι ὄμορφο, ἀλλὰ στὸν Μοναχισμό δὲν ταιριάζει. Καὶ τὸ βελοῦδο εἶναι ὄμορφο, ἀλλά, ἄν φορέσω ἕνα ράσο βελούδινο, αὐτὸ δὲν μὲ τιμᾶ, ἀλλὰ μὲ βρίζει. Μή χρησιμοποιῆτε κόκκινα, χρωματιστὰ! Δὲν κάνει!
– Δηλαδή, Γέροντα, νὰ εἶναι ἄχρωμα, ἄγευστα...
– Τότε θὰ ἔρθη ἡ γεύση. Πρέπει ὅμως νὰ τὸ καταλάβη κανεὶς αὐτό. Αὐτήν τὴν χαρὰ τῆς ἁπλότητος οἱ ἄνθρωποι δὲν τὴν ἔχουν καταλάβει ἀκόμη. Νά, ἐγώ στὸ Καλύβι βρέχω τὴν σκούπα καὶ παίρνω τὶς ἀράχνες ἀπὸ τὶς κάπνες –καὶ αὐτὸ μία φορά τὸν χρόνο τὸ κάνω – καὶ ἔτσι ὅπως εἶναι βρεγμένη ἡ σκούπα, κάνει κάτι ὄμορφα σχέδια, νερά μαῦρα‐ἄσπρα πάνω στὸ ταβάνι! Ἄν τὰ δή κανείς, θὰ νομίζη ὅτι τὸ ἔχω βάψει! Ξέρετε πόσο τὸ χαίρομαι;
Γνωρίζω μοναχούς ποὺ δὲν χαρήκανε ἀπὸ τὸ πνευματικό πνεῦμα ἀλλὰ ἀπὸ τὸ κοσμικό. Δὲν νιώσανε αὐτὸ τὸ σκίρτημα, τὴν χαρὰ τῆς ἁπλότητος. Στὴν πνευματική ζωή βοηθάει πάρα πολύ ἡ λιτότητα. Ὁ μοναχός πρέπει νὰ ἔχη αὐτὰ ποὺ τοῦ χρειάζονται καὶ αὐτὰ ποὺ τοῦ ταιριάζουν. Ἄς περιορισθῆ μέχρι αὐτὸ ποὺ τὸν διευκολύνει λίγο, νὰ μήν πάη στὸ κοσμικό. Μία στρατιωτική λ.χ. κουβέρτα ἐξυπηρετεῖ τὴν ἀνάγκη, δὲν χρειάζεται νὰ εἶναι μία κουβέρτα δαντελωτή ἤ χρωματιστή. Ἔτσι ἔρχεται ἡ ἁπλότητα, ἡ πνευματική λεβεντιά.
Δῶσε πράγματα στὸν μοναχό, τὸν κατέστρεψες. Ἐνῶ, ὅταν ἀδειάζη ἀπὸ τὰ πράγματα κανείς, αὐτὸ ξεκουράζει. Καὶ ἄν ὁ μοναχός μαζεύη πράγματα, καταστρέφει μόνος του τὸν ἑαυτό του. Ἐγώ, ὅταν μου στέλνουν πράγματα, νιώθω βάρος καὶ θέλω νὰ ξελαφρώσω, Ἤ, ὅταν ἔχω κάτι περίσσιο στὸ Κελλί μου, αἰσθάνομαι σάν νὰ φορῶ μία σφιχτή φανέλλα. Ἄν δὲν βρῶ ποῦ νὰ τὰ δώσω, καλύτερα νὰ τὰ πετάξω. Ἐνῶ, μόλις τὰ δώσω, νιώθω μία ἀνακούφιση, μία ἐλευθερία. Ἦρθε μία φορά κάποιος γνωστός καὶ μοῦ λέει: «Γέροντα, ὁ τάδέ μου ἔδωσε αὐτὰ τὰ πράγματα νὰ σᾶς τὰ φέρω καὶ ζήτησε νὰ εὐχηθῆτε νὰ τοῦ φύγη τὸ ἄγχος». «Νὰ φύγη ἀπὸ ἐκεῖνον καὶ νὰ ἔρθη σʹ ἐμένα; Παρʹ τα καὶ φύγε, τοῦ λέω. Ἐγώ τώρα γέρασα, δὲν μπορῶ νὰ πηγαίνω νὰ μοιράζω86 πράγματα».
Ὅλες οἱ εὐκολίες ποὺ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι σκλαβώνουν τὸν μοναχό ἀντί νὰ τὸν βοηθήσουν. Ὁ μοναχός πρέπει νὰ προσπαθῆ νὰ ἐλαττώνη τὶς ἀνάγκες του καὶ νὰ ἁπλοποιῆ τὴν ζωή του, ἀλλιῶς δὲν ἐλευθερώνεται. Ἄλλο καθαριότητα, ἄλλο λοῦσο. Πολύ βοηθάει, γιὰ νὰ μπορέση νὰ ἐλαττώση τὶς ἀπαιτήσεις του, νὰ κάνη πολλές δουλειές μὲ ἕνα πράγμα. Στὸ Σινά εἶχα ἕνα κονσερβοκούτι καὶ ἐκεῖ ἐφτίαχνα καὶ τὸ τσάι, ἐκεῖ καὶ τὸν χυλό. Τί νομίζετε πῶς χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ ζήση; Παλιά στὴν ἔρημο ἔτρωγαν μόνο χουρμάδες. Οὔτε φωτιά ἀναβαν οὔτε ξύλα χρειάζονταν. Ἐγώ τώρα πῆρα ἕνα κονσερβοκούτι ἀπὸ γάλα, τὸ ἔκοψα λίγο καὶ ἔκανα κάτι σάν χερούλι. Πιὸ εὔκολο εἶναι νὰ κάνης μʹ αὐτὸ καφέ ἤ τσάι. Ἕνα καὶ ἕνα στὸ καμινέτο ζεσταίνεται! Ποῦ ἐκεῖνα τὰ μπρίκια! Θέλουν ἕνα σωρό οἰνόπνευμα, γιὰ νὰ ζεσταθοῦν! Μὲ αὐτό, λίγο βαμβάκι μὲ οἰνόπνευμα βάζεις, καὶ τάκ, γίνεται ὁ καφές. Καὶ γιὰ φῶς οὔτε λάμπα ἔχω. Μόνο μὲ τὸ κερί περνῶ τὸ βράδυ.
Γενικά τὰ ἁπλά πολύ βοηθοῦν. Νὰ ἔχετε ἁπλά καὶ στέρεα πράγματα. Τὸ ταπεινό καὶ ἁπλό καὶ οἱ κοσμικοί τὸ ἐκτιμοῦν καὶ τούς μοναχούς βοηθάει. Θυμᾶται κανεὶς τὴν φτώχεια, τὸν πόνο, τὴν καλογερική. Ὅταν εἶχε πάει στὴν Μεγίστη Λαύρα ὁ βασιλιάς Γεώργιος, οἱ Πατέρες βρῆκαν ἕναν ἀσημένιο δίσκο καὶ τοῦ πῆγαν τὸ κέρασμα. Μόλις τὸν εἶδε ἐκεῖνος, τούς εἶπε: «Ἐγώ περίμενα κάτι ἄλλο ἀπὸ σας, περίμενα ξύλινο δίσκο. Τέτοιους δίσκους τούς ἔχω βαρεθή».
Αὐτήν τὴν γλύκα τῆς ἁπλότητος δὲν τὴν ἔχετε καταλάβει. Ἡ ἁπλότητα ξεκουράζει. Κοίταξε τί ὡραῖο κρεμαστὰρι γίνετε μὲ ἕνα καρούλι! Πολύ πρακτικό! Ἐσεῖς βασανίζεσθε! Ἔχετε ἐδῶ ἕνα καρφάκι ψιλό, γιὰ νὰ κρεμάση καεῖς τὸ ράσο του. Ἄν βγῆ ὁ ἀσβέστης, θὰ πρέπη κάθε φορὰ ποὺ ξεκρεμᾶς τὸ ράσο νὰ τὸ τρίβης, γιὰ νὰ καθαρίση! Δὲν βάζετε μερικά μεγάλα καρφιά στὸν τοῖχο, γιὰ νὰ ἐξυπηρετηθῆτε. Τόσος τοῖχος οὔτε ἕνα καρφί! Ἤ βάζετε μία ξύλινη κρεμάστρα. Αὐτή θέλει λοῦστρο, ξεσκόνισμα κ.λπ. Ἀντί νὰ ἁπλοποιῆτε τὰ πράγματα, γιὰ νὰ μή χάνετε χρόνο, μπαίνετε στό... «πολυχρόνιο». Θέλετε τὸ τέλειο καὶ ταλαιπωρεῖσθε. Τὸ τέλειο στὰ πνευματικά νὰ τὸ θέλετε. Νὰ μή δίνετε ὅλον τὸν δυναμισμό σας σὲ ἐξωτερικά καλλιτεχνικά, ἀλλὰ στὴν καλλιτεχνία τῆς ψυχῆς. Μέρα‐νύχτα νὰ κοιτάζετε γιὰ τὴν τελειοποίηση τῆς ψυχῆς. Ἄν τὸ καλλιτεχνικό τὸ ἀξιοποιήσετε στὴν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς, θὰ χαίρεστε γιὰ τὸ πνευματικό παλατάκι σας.
– Γέροντα, λένε μερικοί ὅτι τὰ Μοναστήρια εἶχαν τὰ πιὸ πολυτελῆ πράγματα καὶ κράτησαν τὸν πολιτισμό στὸν κόσμο!...
– Μπορεῖ νὰ ἐννοοῦν τὰ κειμήλια. Τὰ περισσότερα κειμήλια ξέρετε πότε μαζεύτηκαν; Μετά τὴν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως μαζεύτηκαν. Ὅλα αὐτὰ ἦταν πρῶτα στὰ παλάτια. Ἀλλά μετά, γιὰ νὰ τὰ φυλάξουν, τὰ πήγαιναν στὰ Μοναστήρια. Ἡ βασίλισσα Μάρω87 λ.χ. τὰ κουβαλοῦσε λίγα‐λίγα ἀπὸ τὸν Σουλτάνο. Ἤ τὰ ἄφηνε κανεὶς στὸ Μοναστήρι, ὅταν πέθαινε, γιὰ νὰ μή χαθοῦν. Ὄχι ὅτι τὰ Μοναστήρια ἐπεδίωκαν νὰ τὰ παίρνουν, ἀλλὰ ἐκεῖνοι ποὺ τὰ εἶχαν, ἐνίωθαν μία ἀσφάλεια καὶ τὰ πήγαιναν ἐκεῖ. Στὰ Μοναστήρια πάλι τοῦ Ἁγίου Ὅρους ἄφηναν περιουσίες, γιὰ νὰ τρώη ψωμί ὁ κόσμος, ἐπειδή δὲν ὑπῆρχαν οὔτε Γηροκομεῖα οὔτε Ὀρφανοτροφεῖα οὔτε Ψυχιατρεῖα οὔτε Φιλανθρωπικά Ἱδρύματα. Ἔδιναν καὶ μεγάλες ἐκτάσεις, γιὰ νὰ ἔχουν τὰ Μοναστήρια νὰ δίνουν στούς λαϊκούς ποὺ εἶχαν ἀνάγκη. Τότε δηλαδή ἔβλεπαν πιὸ πέρα, βοηθοῦσαν ἐκεῖνα τὰ δύσκολα χρόνια τὸν καημένο τὸν κόσμο ὑλικά, γιὰ νὰ τὸν βοηθήσουν μετά καὶ πνευματικά. Στὰ Μοναστήρια, ὅταν πήγαιναν οἱ φτωχοί, τούς ἔδιναν καμμιά εὐλογία, καὶ ἔτσι πάντρευαν τὸ παλληκάρι τους ἤ τὴν κοπέλα τους. Δηλαδή σκοπός τούς ἦταν νὰ βοηθήσουν τὸν καημένο τὸν κόσμο, γιʹ αὐτὸ ἐφτίαχναν καὶ μεγάλα κτίρια. Στὴν Κατοχή ξέρεις πόσο κόσμο βοήθησαν τὰ Μοναστήρια; πάρα πολύ! Πολλοί κοσμικοί τότε εἶχαν ἐπίθετο «Καράκαλλος», γιατί, ὅταν ἕνα σπίτι ἦταν φιλόξενο, ἔλεγαν ὅτι εἶναι σάν τὴν Μονή Καρακάλλου88. Γιʹ αὐτὸ γίνονταν καὶ τὰ πανηγύρια στὶς Μονές, ὅταν γιόρταζε ὁ Ἅγιος, γιὰ νὰ βρῆ λίγο ψάρι ὁ φτωχός κόσμος νὰ φάη. Νὰ χαρῆ λίγο καὶ παράλληλα νὰ βοηθηθῆ πνευματικά. Τώρα γιὰ ποιό λόγο νὰ γίνωνται τὰ πανηγύρια; Ποιός ὁ σκοπός νὰ φάη ὁ κόσμος ψάρι, ἀφοῦ σήμερα δὲν στερεῖται;
86. Ὁ Γέροντας μοίραζε τὰ πράγματα ποὺ τοῦ πήγαιναν σὲ ἄλλους μοναχούς ποὺ εἶχαν ἀνάγκη.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Μὲ Πόνο καὶ Ἀγάπη»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Λόγος για τη μετάνοια

Ας μη λοιπόν κυριευθούμε από ανώφελο φόβο, και μάλιστα από φόβο όπου δεν υπάρχει φόβος (πρβλ. Ψαλ. 13, 5)· διότι η τέλεια αγάπη βγάζει έξω τ...